Θέλω να πω κι εγώ την ιστορία μου, αυτό που ζω δίπλα στο παιδί μου, σαν μητέρα και σαν γιαγιά. Είμαι 57 χρονών έχω μια κόρη στα 32, μοναχοκόρη, το μόνο μου παιδί. Και τι θέλει μια μάνα περισσότερο για το παιδί της;
Να είναι ευτυχισμένο. Η κόρη μου έχει δύο παιδιά, τους εγγονούς μου που τους υπερ αγαπώ. Αλλά φοβάμαι για εκείνη. Βλέπω το παιδί μου κάθε μέρα να πεθαίνει και πεθαίνω κι εγώ.
Η κόρη μου γνώρισε τον άντρα της στα 25, εκείνος ήταν 35. Είχαμε αντιρρήσεις για τη διαφορά ηλικίας αλλά την έβλεπα ευτυχισμένη και πέρα από μια συμβουλή που της έδωσα να προσέχει, δεν ξαναμίλησα.
Τα πρώτα δύο χρόνια ήταν καλά αλλά μετά το παιδί μου άλλαξε, έγινε ένα πλάσμα φοβισμένο, αγέλαστο, νευρικό. Εκείνος την έλεγχε σε όλα. Πού θα πάει, τι θα κάνει, με ποιους θα μιλήσει.
Την πήγαινε στη δουλειά της και την έφερνε. Την έπαιρνε τηλέφωνο και άμα του έλεγε ότι είναι σπίτι, ερχόταν με λουλούδια τάχα για έκπληξη αλλά στη πραγματικότητα για να ελέγξει ότι του έλεγε την αλήθεια.
Δεν τολμούσε να πάει με μια φίλη της για έναν καφέ, να σου κι εκείνος. Άλλες φορές, όταν του έλεγε ότι θα πήγαινε για καφέ, έκανε τον άρρωστο για να την αναγκάσει να το ακυρώσει και να πάει από το σπίτι του να τον φροντίσει. Φυσικά δεν είχε τίποτα.
Η κόρη μου πνιγόταν την έβλεπα. Αλλά δεν μίλαγε, τον αγαπούσε και τον δικαιολογούσε. Προσπαθήσαμε με τον πατέρα της να της μιλήσουμε, να της πούμε πως δεν είναι φυσιολογική μια τέτοια συμπεριφορά, πως οι άνθρωποι αυτοί φτάνουν μέχρι και τον φόνο για να πάρουν αυτό που θέλουν.
Τίποτα, μας είπε υπερβολικούς, μας έβρισε και έφυγε από το σπίτι για να μείνει σε εκείνον. Δεν με πλήγωσε η στάση της, το περίμενα. Με πλήγωσε ο εαυτός μου, ένιωσα ότι έφταιγα σαν μάνα, ότι κάπου δεν είχα διδάξει στο παιδί μου το σωστό, ότι το είχα γεμίσει ανασφάλειες. Πού άραγε να είχα κάνει λάθος;
Το κορίτσι μου πολύ σύντομα έμεινε έγκυος. Την αμαρτία μου θα τη πω, της είπα να το ρίξει. Όχι δεν είμαι υπέρ της έκτρωσης κι εγώ μάνα είμαι, αλλά έκανα μια τελευταία προσπάθεια να τη σώσω από αυτόν τον άνθρωπο.
Γιατί να φέρει ένα παιδί στο κόσμο με έναν άνθρωπο που είχε δείξει από την αρχή ότι θα την έκανε δυστυχισμένη, γιατί να υποφέρουν και εκείνη και το παιδί; Η κόρη μου κράτησε το μωρό και τον παντρεύτηκε.
Μάλιστα, ο «κύριος» ήρθε και να «παζαρέψει» τη προίκα όταν είπαμε ότι θα της δίναμε της κόρης μου το σπίτι που μέναμε εμείς, για να μείνει με την οικογένειά της και εκείνος μας απάντησε «Μόνο; Και το αμάξι τι το θέλετε εσείς, εμείς θα κάνουμε παιδί και το χρειαζόμαστε».
Τι να πείς όταν η κόρη σου, με τη κοιλιά εκεί, σου κάνει νόημα από μακριά να μην μιλήσεις και γίνει φασαρία; Του δώσαμε το αμάξι και βασικά δεν με ένοιαξε για τα παλιοσίδερα, για το παιδί μου με ένοιαξε. Βγαίνοντας από το σπίτι εκείνο το βράδυ είπα στον άντρα μου «Τί κάνουμε βρε Γιώργο;».
Τα παιδιά παντρεύτηκαν, η κόρη μου γέννησε και όλα ευτυχώς, πήγαν καλά. Ένα βράδυ αργά, κάποιος χτύπησε το κουδούνι. Απορήσαμε με τον άντρα μου γιατί στις 12 το βράδυ δεν περιμέναμε και επισκέψεις.
Ήταν η κόρη μου με το μωρό στην αγκαλιά και μαυρισμένο μάτι που έκλαιγε και φώναζε ότι ήθελε να χωρίσει. Εγώ που το παιδί μου δεν το είχα αγγίξει ούτε με πούπουλο, επέτρεπα σε έναν αληταρά, να το κακομεταχειρίζεται και να αφήνει τραύματα στη ψυχή του και στη ψυχή του εγγονού μου, δεν το χωρούσε ο νούς μου.
Στη πορεία ανακαλύψαμε ότι από το χτύπημα είχε πάθει και θλάση στον ώμο και τρέχαμε στα νοσοκομεία. Πήραμε χαρτί από το γιατρό, του έκανε και καταγγελία και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Αμ δε…σιγά μην το άφηνε αυτός, να περάσει έτσι…
Άρχισε το συναισθηματικό πόλεμο ο κύριος. Λουλούδια, τραγούδια, δαχτυλίδια και τι καραγκιοζιλίκι δεν έκανε για να τη φέρει πίσω. Τι συγγνώμες, τι αγάπες, τι «δεν θα το ξανακάνω», άλλος άνθρωπος.
Και το παιδί μου γύρισε με τη λογική να μην χαλάσει το σπίτι της για ένα συμβάν, γύρισε νομίζοντας πως θα άλλαζε, στο τέλος σχεδόν μας είπε ότι έφταιγε που μέσα στον ύπνο της, δεν άκουσε το μωρό που έκλαιγε και δεν σηκώθηκε να το θηλάσει, άρα της άξιζε να φάει μπουνιά. Φυσικά της κόπηκε και το γάλα.
Γύρισε που λέτε και όλα μέλι γάλα. Οι μελανιές έφυγαν από τα μάτια της αλλά είχε ένα βλέμμα μελαγχολικό το παιδί μου, δεν ήταν καλά. Δεν έτρωγε ξύλο με τα χέρια,έτρωγε με το στόμα.
Τη μείωνε, την ταπείνωνε, ήμουν σίγουρη και το παιδί δεν μιλούσε για να μην παραδεχτεί ότι είχε κάνει λάθος επιλογή στη ζωή, γιατί νόμιζε πως αν ξεμάκραινε από το μαντρί θα την έτρωγε ο λύκος ενώ τον είχε μέσα στο σπίτι της.
Κι έμεινε πάλι έγκυος και ήρθε στη ζωή και ο δεύτερος εγγονός μου. Σταμάτησε και από τη δουλειά, τη σταμάτησε δηλαδή, και φρόντιζε τα παιδιά. Όλα για τα παιδιά. Ένα βράδυ, μας πήραν από το νοσοκομείο…
Τη χτύπησε τόσο πολύ που το παιδί μου λιποθύμησε και αυτός κάλεσε το ΕΚΑΒ. Τα εγγόνια μου ήταν μπροστά και τσίριζαν. Είπε στο ΕΚΑΒ μια ιστορία ότι η κόρη μου έπεσε και χτύπησε και βλακείες και ο άντρας μου όρμησε να τον δείρει όταν τον είδε τάχα ανήσυχο στο διάδρομο του νοσοκομείου.
Του κάναμε καταγγελία και πήρα τη κόρη μου και τα εγγόνια μου στο σπίτι. Το παιδί μου έπαψε να είναι μάνα πια, έπαψε να είναι αυτός ο γελαστός άνθρωπος που ήταν έξω καρδιά. Εδώ και δύο μήνες , από τότε που έκανε την αίτηση διαζυγίου, δεν πάει πουθενά, είναι όλη μέρα στον υπολογιστή, δεν ασχολείται με τα παιδιά, δεν κάνει ούτε μπάνιο, μόνο καπνίζει πολύ και κοιμάται ελάχιστα.
Φοβάμαι μην κάνει κανένα κακό. Της είπα να πάμε μαζί σε ψυχολόγο, να τη βοηθήσουμε, αλλά αρνείται. Χάνω το παιδί μου και πιο πολύ με καίει να μάθω εγώ σαν μάνα που έσφαλα, που έκανα λάθος, να πάρω εγώ το σταυρό της κόρης μου στη πλάτη.
Κορίτσια μου να προσέχετε πολύ με ποιους μπλέκετε, να προσέχετε πολύ με ποιους μπλέκουν τα παιδιά σας, στην ανάγκη μπείτε στη μέση, παλέψτε με νύχια και με δόντια για την ευτυχία του παιδιού σας.
Σε αυτές τις καταστάσεις δεν υπάρχει το καλό του παιδιού και τι λέει η ψυχολογία, υπάρχει ο θάνατός σου η ζωή μου. Σας παρακαλώ, προσευχηθείτε για το κορίτσι μου.
Γιαγιά Άννα
Το κείμενο αυτό αναρτήθηκε στο φόρουμ του singleparent.gr