Η Ρούλα Κορομηλά αποκάλυψε συγκλονιστικές λεπτομέρειες για το πρόβλημα υγείας, τις ψευδαισθήσεις και τα.. οράματα που την βασάνιζαν.
Τι έφερε την Ρούλα Κορομηλά κοντά στον θάνατο;
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο παρελθόν η Ρούλα Κορομηλά μίλησε για πρώτη φορά για τον εφιάλτη που έζησε. Ποιο το πρόβλημα υγείας της Κορομηλά;
«Οι εφιάλτες σταμάτησαν εδώ και χρόνια. Έναν έβλεπα θα στον πω και δεν θα ξαναγυρίσω ποτέ μα ποτέ σε αυτόν σε συνέντευξη ή δημόσια κουβέντα. Τον εφιάλτη αυτόν τον έβλεπα τρία χρόνια.
Ήταν ο ίδιος και ο ίδιος εφιάλτης. Πάντα περπατούσα μες στο σπίτι και πίσω μου, με ακολουθούσε μια γυναίκα. Η ίδια πάντα. Ήταν πίσω μου τις ώρες της ημέρας και ήταν πίσω μου τις ατελείωτες ώρες της νύχτας. Ήταν πίσω μου όταν έτρωγα, ήταν πίσω μου όταν περπατούσα.
Βασανιστικά με ακολουθούσε, με παρακολουθούσε. Και αυτή η γυναίκα ήμουν εγώ η ίδια, όπως είχα γίνει και όπως είχα αλλάξει απ’ την αγωγή των φαρμάκων. Περνούσα από καθρέφτες και την έβλεπα αδυσώπητη να με κοιτά με τα δικά μου μάτια.
Η μητέρα μου μου έλεγε να καλύψω τους καθρέφτες, να μην υπάρχουν, αλλά εγώ έλεγα πως όχι, όχι, αυτή τη γυναικά την ξέρω και κάτι μου θυμίζει.
Ήταν εκεί και με κοιτούσε πάντα. Δεν μου γελούσε, δεν μου χαμογελούσε. Με κούραζε με εκείνο το βλέμμα της, το απλανές, το αφημένο. Πολλές φορές ήταν θυμωμένη. Κάποιες άλλες έκλαιγε. Συνήθως γελούσε και διασκέδαζε μαζί μου. Κάποια στιγμή αυτή η γυναίκα έγινε ο εφιάλτης μου. Ήταν φυσιολογικό. Ήταν λογικό, μου είπαν οι ειδικοί. Στην αρχή μόλις την έβλεπα πίσω μου σκιαζόμουν. Δεν την ήθελα. Τη σιχαινόμουν.
Και μετά κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι έπρεπε να συμβιβαστώ μαζί της και να την αγαπήσω. Προσπάθησα να τη ρωτήσω «Γιατί; Γιατί σε μας; Γιατί τώρα;» Φυσικά δεν είχε απαντήσεις. Απλά κάθισε και σκέφτηκε ότι στη ζωή κάποια πράγματα γίνονται για κάποιους λόγους και ποτέ δεν ξέρει κανείς για ποιους.
Σκέφτηκε πως μπορεί να έχει τον τίτλο της δυνατής, της δημιουργικής, της ευαίσθητης, της συναισθηματικής, πως μπορεί να αγκαλιάζει κάποιους αδύναμους, να δίνει το χέρι της, να αναλαμβάνει ευθύνες πράξεων άλλων, να δίνεις λύσεις στους άλλους και μην έχει για τον εαυτό της.
Ένα απόγευμα χαμογελάσαμε η μια στην άλλη. Και είπαμε πως θα το αντιμετωπίσουμε. Θα το αντιμετωπίσουμε και, έτσι απλά, θα νικήσουμε. Ήταν ένας εφιάλτης χρόνων. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Με καταλαβαίνεις; Ηρεμήσαμε.
Λίγο πιο πριν, για ένα μεγάλο βασανιστικό χρονικό διάστημα, που δείχνει να υπάρχει για πάντα, σαν υλικό πράγμα πια, εμείς είχαμε νεύρα. Είχαμε νεύρα, γιατί δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε, να χρησιμοποιήσουμε τα μαχαιροπίρουνα, να κάνουμε μπάνιο μόνες μας. Δεν μπορούσαμε να χτενίσουμε τα μαλλιά μας, αλλά ούτε και να βαφτούμε είχαμε τη δύναμη.
Άσε που μας έπεφτε το ποτήρι με το νερό κι όταν καταπίναμε ήταν οι μπουκιές μαχαίρια! Μαζί στον καναπέ ζήσαμε και φτάσαμε να έχουμε την ανάγκη άλλων ανθρώπων για πολύ απλά πράγματα, όπως να σηκωθούμε να περπατήσουμε ένα μέτρο, να πάμε μια βόλτα στον κήπο, να νιώσουμε τον ήλιο ή την τρυφερότητα των λουλουδιών, του πράσινου χρώματος. Και περνούσαν τα χρόνια έτσι. Και νεύρα. Πολλά νεύρα. Νεύρα.
Και αυτοσαρκασμός. Αυτό μας βοήθησε πολύ. Θυμόμασταν λοιπόν, και τα πρώτα λόγια των ειδικών. «Εμείς θα κάνουμε ό, τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν. Τα υπόλοιπα αφήνονται στον Θεό».
Αυτά, αλλά τα ξεπεράσαμε μαζί με την γυναίκα- εφιάλτη. Προσπαθήσαμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Και; Τώρα; Τι μου λες; Γιατί δεν με ένοιαξε την πρώτη φορά που βρήκα στο Greek Idol να είμαι τόσο νόστιμη; Είχαν δίκιο οι άνθρωποι, βέβαια! Που να ξέρουν!
Όμως εγώ δεν βγαίνω να δημοσιοποιήσω και να δημιουργήσω εντυπώσεις ούτε για τα καλά ούτε για τα δυσάρεστα κι όταν κλείνει η πόρτα του σπιτιού μου εγώ ξέρω την αλήθεια μου.
Και είμαι αλήθεια πειραχτήρι και αισιόδοξος άνθρωπος και σιχαίνομαι τους μίζερους και τη μιζέρια κι επειδή θέλω να ζω το κάθε δευτερόλεπτο, να λέω «καλημέρα» και να χαμογελάω, να λέω «καληνύχτα» και να ονειρεύομαι και στα όνειρα μου- ευτυχώς- να μη βάζω ελεγκτές, να είμαι ελεύθερη, ελεύθερη –μ’ ακούς;- γι’ αυτό δε μιλάω για όλα αυτά…»