Ο Τάσος Δούσης, με αφορμή την προβολή της ταινίας «Υπάρχω», που καταγράφει το πρώτο μισό της ζωής του Στέλιου Καζαντζίδη, με ανάρτησή του στα social media, εξαπέλυσε βολές προς πάσα κατεύθυνση.
Ειδικότερα, ο δημοσιογράφος και εκδότης ασκεί έντονη κριτική, τόσο για όσα παρουσιάστηκαν στην ταινία όσο και για όλα όσα δεν παρουσιάστηκαν.
Αναλυτικά η ανάρτηση του Τάσου Δούση για το «Υπάρχω»
Όπως αναφέρει ο Τάσος Δούσης: «Για τον Καζαντζίδη και τα μπουζούκια με τους ούγκανους “Υπάρχω”. Ο κόσμος του Καζαντζίδη, η Ελλάδα που τραγούδησε με τα “Αχ και Βαχ” δεν υπάρχει. Η Ελλάδα της ήττας, της φτώχειας και της μιζέριας δεν υπάρχει, τουλάχιστον στο εύρος και το επίπεδο που τη βίωσαν οι παλιοί! Ο Καζαντζίδης έβγαζε το αγνό λαϊκό αίσθημα, ως ατόφιος λαϊκός τραγουδιστής.
Ήταν μόνο αυτό; Όχι φυσικά. Ήταν ένας μάγκας τραγουδιστής που είπε όχι στο εύκολο κέρδος του πάλκου εξαιτίας της αηδίας που ένιωθε για τον υπόκοσμο, τους ούγκανους, αλλά και τους νεόπλουτους της εποχής.
Καταπέλτης ο Τάσος Δούσης για τον Στέλιο Καζαντζίδη
Μοιραζόταν τον νταλκά με αυτούς που τον άξιζαν και όχι με τα αποβράσματα που έφερναν βόλτες στα πρώτα τραπέζια. Ο Καζαντζίδης έκανε την υπέρβαση και δεν ανέχτηκε να τραγουδάει και να τον “θάβουν” με λουλούδια, τότε πιάτα, όλα τα κατακάθια της υψηλής και λούμπεν κοινωνίας. Με λίγα λόγια προτίμησε τη φτώχεια από το να γίνει ο τραγουδιστής γελωτοποιός των μεθυσμένων παραβατικών, κλεφτών, νεόπλουτων, όλων αυτών που ζούνε και ζούσανε σε βάρος της κοινωνίας.
Το “μέταλλο” της φωνής του ήταν ανώτερο γιατί δεν έκανε τα χατίρια του υποκόσμου που τότε, αλλά και σήμερα, το παίζουν “κάποιοι” εκσφενδονίζοντας λουλούδια στα μούτρα τραγουδιστών, ανεβαίνοντας στην πίστα τύφλα μεθυσμένοι, απαιτώντας την προσοχή του τραγουδιστή και κάνοντας λογαριασμούς με χρήματα που δεν αποκτήθηκαν με κόπο. Ο Καζαντζίδης δεν ανεχόταν τον εξευτελισμό επειδή κάποιοι “πέταγαν” λεφτά στα μπουζούκια.
Τους έβλεπε με αηδία γιατί έτσι τους άξιζε. Αυτά δεν τα μετέφεραν στην οθόνη του “Υπάρχω”, αλλά αυτά είναι που θα έπρεπε να έχουν μεταφερθεί. Διότι αυτή η Ελλάδα του υποκόσμου, της ρεμούλας και της κλεψιάς εξακολουθεί να ΥΠΑΡΧΕΙ, μόνο που δεν υπάρχει Καζαντζίδης να τους στείλει στο διάολο και αυτούς και τα βρώμικα λεφτά τους, μαζί με τις καθωσπρέπει “κυρίες” που καμαρώνουν στα πρώτα τραπέζια σαν γύφτικα σκεπάρνια».