«Σε κανέναν άλλον ενήλικα που βρισκόταν στο δωμάτιο η εικόνα αυτή δεν έκανε εντύπωση: Ένας ηλικιωμένος άντρας σκυμμένος πάνω από την 3χρονη κόρη μου. Περιστασιακά να την ‘πειράζει’ή να την γαργαλάει και εκείνη να συρρικνώνεται. Να γίνεται όλο και μικρότερη με κάθε ανεπιθύμητο άγγιγμα. Τη φαντάστηκα να προσπαθεί να γίνει αρκετά μικρή για να γλιστρήσει από το καθισματάκι της και κάτω από το τραπέζι και να φύγει μακριά.
Όταν η μητέρα μου παρακολουθεί αυτή τη σκηνή, βλέπει ένα παιχνιδιάρικο πείραγμα. Ένας παππούς που ασχολείται με την εγγονή του.
“Μάγια”. Ο τόνος μου κόβει την οχλαγωγία της καθιερωμένης οικογενειακής μάζωξης. Δεν με κοιτάζει.
“Μάγια”. Λέω ξανά. “Μπορείς να του πεις όχι, Μάγια μου. Εάν αυτό δεν σου αρέσει, θα μπορούσες να του πεις “Παππού, παρακαλώ κάνεις λίγο πίσω – θα ήθελα λίγο χώρο για το σώμα μου.”
Καθώς προφέρω αυτά τα λόγια, ο πατριός μου, το μπουλντόγκ, γέρνει ακόμα περισσότερο, σχεδόν αιωρείται ακριβώς πάνω από το κεφάλι της. Το επίμονο χαμόγελό του με χλευάζει καθώς η κόρη μου μαζεύει το σώμα της, προσπαθώντας να ξεφύγει από το γαργάλημα και την ζεστή του ανάσα στο πρόσωπό της.
Επαναλαμβάνω με λίγη περισσότερη δύναμη. Τελικά με κοιτάζει.
“Μαμά… μπορείς να το πεις εσύ;” Έκπληξη! Ένα 3χρονο κορίτσι δεν αισθάνεται άνετα να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενάντια σε έναν ενήλικο άνδρα. Ένας άντρας που έχει δηλώσει ότι την αγαπά και την φροντίζει ξανά και ξανά, και όμως τώρα στέκεται εδώ, δείχνοντας μηδενικό ενδιαφέρον για τις επιθυμίες της για το σώμα της. Ετοιμάζομαι για μάχη.
“Μπαμπά! Σε παρακαλώ κάνε λίγο πίσω! Η Μάγια θα ήθελε λίγο χώρο.” Η φωνή μου είναι σταθερή αλλά ευδιάθετη. Εκείνος δεν κινείται.
“Μπαμπά. Δεν υπάρχει λόγος να στο πω δεύτερη φορά. Κάνε λίγο πίσω. Η Μάγια νιώθει άβολα.”
“Ω, χαλάρωσε!”, λέει, ανακατεύοντας τα ξανθά μαλλιά της. Η πατριαρχία στέκεται και με πατρονάρει στην ίδια μου την κουζίνα. “Απλά παίζουμε!”.
“Όχι. Εσείς έπαιζες, όχι εκείνη. Στο έχει καταστήσει σαφές εδώ και ώρα ότι θα ήθελε λίγο χώρο. Τώρα σε παρακαλώ κάνε πίσω.”
“Μπορώ να παίξω όπως θέλω μαζί της!”. Μου λέει, ισιώνοντας την πλάτη του. Με πιάνει ένα σφίξιμο στο στήθος. Οι τρίχες στα χέρια μου σηκώνονται καθώς κοιτάζω αυτόν τον άνδρα, τον οποίον αποκαλώ πατέρα μου για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, να μπαίνει στο ρινγκ της μάχης.
“Όχι. Όχι, δεν μπορείς να παίξεις όπως θέλεις μαζί της. Δεν είναι εντάξει να ‘διασκεδάζεις’ με κάποιον που δεν θέλει να παίξει.” Ανοίγει το στόμα του για να απαντήσει, αλλά η οργή μου είναι εμφανής μέσω της μετρημένης απάντησής μου. Αναρωτιέμαι αν η κόρη μου μπορεί να το νιώσει. Ελπίζω να μπορεί.
Υποχωρεί στο σαλόνι και η κόρη μου με κοιτάζει. Τα μάτια της, δυο αστέρια σε μπλε και φουντουκί αποχρώσεις, λάμπουν από θαυμασμό για τη μαμά της. Ο δράκος νικήθηκε (προς το παρόν). Η μητέρα μου είναι σιωπηλή. Αρνείται να με κοιτάξει στα μάτια.
Αυτή είναι η ίδια γυναίκα που με φίμωσε όταν της είπα για τη σεξουαλική επίθεση που πρόσφατα κατάφερα να αναγνωρίσω. Αυτή είναι η ίδια γυναίκα που απήχθη από μια παρέα ξένων καθώς περπατούσε προς το σπίτι ένα βράδυ. Πάλεψε και φώναξε μέχρι να την κλωτσήσουν έξω από το αμάξι. Καθώς έφευγαν τρέχοντας, της πάτησαν με τη ρόδα τον αστράγαλο και την άφησαν με μια ζωή σωματικού και συναισθηματικού πόνου. Αυτή είναι η ίδια γυναίκα που δεν είπε τίποτα, που δεν μπορούσε να πει τίποτα καθώς το αφεντικό της και οι φίλοι του την παρενόχλησαν σεξουαλικά για χρόνια. Αυτή είναι η ίδια γυναίκα που παντρεύτηκε έναν από αυτούς τους φίλους!
Όταν η μητέρα μου βλέπει αυτή τη σκηνή, βλέπει την κόρη της να αντιδρά υπερβολικά. Με βλέπει “να το κάνω μεγάλο ζήτημα από το τίποτα”. Οι ανησυχίες της επικεντρώνονται περισσότερο στην διατήρηση του status quo και στην προστασία του τοξικού “εγώ” του πατριού μου, παρά στην ασφάλεια της συρρικνωμένης 3χρονης μπροστά της.
Όταν βλέπω αυτήν τη σκηνή, είμαι τόσο εξοργισμένη όσο και απογοητευμένη. Η δική μου δύναμη και η άρνησή μου να παραμείνω σιωπηλή είναι το αποτέλεσμα κακομεταχείρισης γυναικών που οι διαμαρτυρίες τους αγνοήθηκαν εδώ και εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες χρόνια. Είναι το αποτέλεσμα του να βλέπω τη μητέρα μου να υποφέρει αθόρυβα στα χέρια πολλών ανδρών εδώ και χρόνια. Είναι το αποτέλεσμα της δικής μου κακομεταχείρισης και του πανηγυρικού όρκου μου να βάλω τέλος σε αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Θα ήταν τόσο εύκολο για κάποιον να δει σήμερα ένα κοριτσάκι να διδάσκεται ότι οι επιθυμίες του δεν έχουν σημασία. Ότι το σώμα της δεν είναι δικό της. Ότι ακόμη και οι άνθρωποι που αγαπά θα την κακομεταχειριστούν και θα την αγνοήσουν. Και ότι όλα αυτά είναι “εντάξει” στο όνομα της διασκέδασης των αντρών.
Κι όμως. Αυτό που βλέπω εγώ αντ ‘αυτού είναι ένα μικρό κορίτσι που παρατηρεί τη μαμά του. Βλέπω ένα μικρό κορίτσι να μαθαίνει ότι η φωνή του έχει σημασία. Ότι οι επιθυμίες του έχει σημασία. Βλέπω ένα μικρό κορίτσι να μαθαίνει ότι επιτρέπεται και αναμένεται από εκείνη να πει όχι. Την βλέπω να μαθαίνει ότι αυτό δεν είναι εντάξει.
Και ελπίζω η μαμά μου να μαθαίνει επίσης κάτι από όλο αυτό.»
Γράφει η: Lisa Norgren, Writer