«Είμαστε “καμένα χαρτιά” σε εποχή κρίσης. Δηλαδή τι δουλειά μπορώ να κάνω εγώ ρε μάγκα; Φαντάσου να δούλευα ντελίβερι, να χτύπαγα το κουδούνι και να σου έλεγα ότι έχω φέρει τα σουβλάκια. Θα άνοιγες ποτέ την πόρτα;», διερωτάται ο Ανδρέας.
Ένας καλογυμνασμένος άνδρας, λίγο πάνω από την ηλικία των 40, με τα σημάδια της νύχτας και της φυλακής χαραγμένα στο πρόσωπο του. Ο Ανδρέας, έχοντας αποφυλακιστεί πριν από περίπου έναν χρόνο, ξέρει ότι το μοναδικό «προσόν» που μπορεί να του εξασφαλίσει ένα μεροκάματο είναι το κορμί του. Γι’ αυτό και το φροντίζει, δίνοντας σχεδόν καθημερινά το «παρών» σε ένα συνοικιακό γυμναστήριο, που καμία σχέση δεν έχει με αυτά που οι περισσότεροι είτε επισκεπτόμαστε, είτε βλέπουμε στις διαφημίσεις. «Σιδεράδικα» τα λένε οι παλιοί, λόγω των παλιών οργάνων γυμναστικής που είναι καθαρό σίδερο χωρίς προστατευτικά και φιοριτούρες, αλλά και για έναν ακόμη λόγο. Επειδή είναι στέκια των «σκληρών», ανθρώπων που εργάζονται ως «μπράβοι» ή συνοδοί ασφαλείας κατά το πιο κόσμιο, όπως ο Ανδρέας.
«Εργάζομαι στην ομάδα ασφαλείας ενός επιχειρηματία που έχει δεχθεί απειλές. Το μεροκάματο δεν είναι καλό, δεν έχει καμία σχέση με αυτά που ξέραμε, αλλά κάπως πρέπει να βγουν λεφτά με νόμιμο τρόπο. Με κούρασε η φυλακή, δεν θέλω να ξαναγυρίσω. Παίρνω 40 ευρώ την ημέρα και εργάζομαι όσες ώρες με χρειάζεται το αφεντικό. Καφέδες, φαγητά, βενζίνες για τη μηχανή πληρωμένα απ’ αυτόν», εξομολογείται στο «Reader» ο Ανδρέας, που έζησε και γνωρίζει από πρώτο χέρι τι εστί «μπράβος» στην αθηναϊκή νύχτα. Είναι ο άνθρωπος απ’ τον οποίο ζητήσαμε να μας περιγράψει τον… τιμοκατάλογο της «προστασίας» και της «ζημιάς».
Πόσο κοστίζει η «προστασία»
Ελάχιστα είναι τα νυχτερινά μαγαζιά στην Αθήνα (σ.σ. αλλά και τις άλλες μεγάλες πόλεις της Ελλάδας) που δεν πληρώνουν την περιβόητη «προστασία». Από το συνοικιακό μπαράκι, μέχρι τη μεγαλύτερη νυχτερινή πίστα, όλοι πληρώνουν «κεφαλικό φόρο» στους εισπράκτορες του «νονού» της περιοχής. Οι τιμές έχουν πέσει ακόμα πιο χαμηλά απ’ αυτές που αναφέρονταν το 2015 στη δικογραφία για την επονομαζόμενη Greek Mafia και ξεκινούν ακόμη από τα 100-150 ευρώ το μήνα. Τόσο πληρώνουν τα πιο μικρά -σε μέγεθος και πελατεία μαγαζιά- περισσότερο ως ένδειξη υποταγής στον «νονό» της περιοχής. Αν ο εισπράκτορας φύγει χωρίς τα χρήματα, τότε ξεκινούν οι επισκέψεις από τους «φουσκωτούς» είτε -στις πιο… σκληρές περιπτώσεις- έχουμε και εκρήξεις βομβών στην είσοδο του μαγαζιού, προκειμένου να πειστεί ο μαγαζάτορας να πληρώσει. Όσον αφορά το μεγαλύτερο ποσό που μπορεί να διαθέσει ένα μαγαζί για «προστασία»; Εκεί δεν υπάρχει ταβάνι, καθώς μπορεί να φτάσει ακόμη και τις 3.000 έως 5.000 ευρώ τον μήνα, πάντα ανάλογα με τον τζίρο που κάνει.
Στην… τιμή περιλαμβάνεται η εμφάνιση «μπράβου» ή ομάδα εάν παραστεί ανάγκη (σ.σ. κάποιος οξύθυμος πελάτης που αρνείται να πληρώσει τον λογαριασμό), ενώ οι «προστάτες» αναλαμβάνουν για λογαριασμό του μαγαζάτορα και άλλες «δουλειές» όπως συνοδεία, απειλές – ξυλοδαρμοί αντιπάλων, που χρεώνονται επιπλέον. Εάν για παράδειγμα ένα μπαράκι χρειαστεί έναν «μπράβο» που θα κάθεται είτε στην πόρτα είτε στη μπάρα του μαγαζιού και θα παρέμβει εάν χρειαστεί, αυτό κοστίζει από 30 έως και 100-150 ευρώ τη βραδιά. Σημαντικό ρόλο παίζει το «όνομα» του ατόμου, εάν είναι γνώστης πολεμικών τεχνών ή έχει κάνει μπόντι μπίλντινγκ.
Πόσο κοστίζει η «ζημιά»
Ο όρος «ζημιά» περιλαμβάνει από τον… απλό εκφοβισμό – απειλή μέχρι τα «συμβόλαια θανάτου». Οι τιμές εδώ διαμορφώνονται από το τι θέλει ο εντολέας να γίνει (σ.σ. ξυλοδαρμός, μαχαίρωμα, πυροβολισμός για τραυματισμό, δολοφονία) και από το ποιος είναι ο στόχος. Και εδώ οι τιμές στα χρόνια της κρίσης έχουν πέσει, καθώς ένα σπάσιμο ποδιού ή χεριού μπορεί να γίνει ακόμη και με 300-400 ευρώ. Σεσημασμένοι Αλβανοί, παλιννοστούντες από την πρώην ΕΣΣΔ, αλλά και Έλληνες πρώην πυγμάχοι, αναλαμβάνουν τέτοιες «δουλειές», με τις τιμές να ανεβαίνουν όσο αυξάνει ο βαθμός επικινδυνότητας ή ο αριθμός των ατόμων που θα χρειαστούν και να φτάνουν ακόμη και τα 2.000 ευρώ, π.χ. για να χτυπηθεί ένας αντίπαλος «μπράβος». Πιο ακριβές είναι οι τιμές εάν χρησιμοποιεί μαχαίρι για «κέντημα» (σ.σ. έτσι ονομάζεται στη γλώσσα τους το μαχαίρωμα 3-4 φορές είτε στο μηρό, είτε στο γλουτό), με την ταρίφα να φτάνει ακόμη και τις 5.000 ευρώ. Εάν ο εντολέας ζητήσει τραυματισμό – εκφοβισμό με όπλο (σ.σ. όπως στην περίπτωση της δολοφονίας Ζαφειρόπουλου που οι δράστες πήγαν να εκφοβίσουν τον άτυχο ποινικολόγο και τελικά τον σκότωσαν) τότε η τιμή μπορεί να φτάσει ακόμη και τις 15.000-20.000 ευρώ, ανάλογα με το ποιος θα το κάνει και σε ποιον θα το κάνει.
Ξεχωριστή κατηγορία είναι τα «συμβόλαια θανάτου». Άλλα χρήματα πήραν οι εκτελεστές του Γιώργου Λϊτσα, άλλα του Βασίλη Γρίβα κι άλλα του Βασίλη Στεφανάκου. Και εδώ το πιο σημαντικό είναι το ποιος αναλαμβάνει τη «δουλειά» -εάν δηλαδή είναι ημεδαπός ή αλλοδαπός, εάν θα έρθει για να εκτελέσει και θα φύγει πάλι στο εξωτερικό- και το ποιος είναι ο στόχος (σ.σ. εάν είναι πρωτοπαλίκαρο, «νονός», οπλοφορεί ή έχει συνοδεία). Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας Αλβανός εκτελεστής που ζει στην Ελλάδα θα πατήσει τη σκανδάλη ακόμη και για 5.000-10.000 ευρώ. Ένα «πληρωμένο πιστόλι» όμως από το εξωτερικό δεν θα έρθει για λιγότερο από 50.000 ευρώ, ενώ εάν είναι κάποιος φημισμένος Τσετσένος, Γεωργιανός ή Ρώσος τότε η ταρίφα φτάνει ακόμη και τις 100.000-150.000 ευρώ. Εκτιμάται ότι μαζί με την ομάδα υποστήριξης, τις προπαρασκευαστικές ενέργειες και τη διαφυγή στο εξωτερικό, δαπανήθηκαν έως και 300.000 ευρώ για το «συμβόλαιο θανάτου» του επονομαζόμενου «άρχοντα της αθηναϊκής νύχτας» Βασίλη Στεφανάκου.
«Πληρωμένο πιστόλι» μπορεί να βρει κανείς ακόμη και με 3.000 ευρώ, όμως κανείς δεν τους εμπιστεύεται. Τόσο για την αποτελεσματικότητα τους, όσο και για την ευκολία με την οποία θα «καρφώσουν» -τον εντολέα τους, εάν πιαστούν. Πρόκειται κυρίως για άτομα από την πρώην ΕΣΣΔ που έχουν βρει καταφύγιο στη Δυτική Αττική και διαβιούν ως μικροεγκληματίες. Ο καθένας μπορεί να σκοτώσει, λίγοι όμως δεν αφήνουν ίχνη!
Πηγή: reader.gr