Η εκκεντρική ηθοποιός Νατάσα Καλογρίδη μίλησε Τάσο Μπιμπισίδη και φωτογραφήθηκε για το περιοδικό DownTown και μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στον θάνατο του πατέρα της, που σημάδεψε τη ζωή της αλλά και για τα σενάρια περί χωρισμού της με τον ποινικολόγο Αλέξανδρο Λυκουρέζο.
Η πρώην παίκτρια του reality επιβίωσης του ANT1 πραγματοποίησε μία από τις πιο σέξι φωτογραφήσεις της χζωής της αλλά και μία από τις πιο ειλικρινείς συνεντεύξεις της αφού δε «μάσησε» τα λόγια της για τους επικριτές της αλλά και αυτούς που διασπείρουν φήμες για τη σχέση της.
«Το να ανοίγω τα περιοδικά και να με βλέπω σε παπαρατσικά, δεν μου λέει κάτι. Τι ευχαρίστηση μπορεί να μου δώσει αυτό; Αν κάνω όμως μια δουλειά, όπως η φωτογράφιση που κάναμε εδώ στο DT, εννοείται ότι θα ανοίξω το περιοδικό και θα πω: «Ναι ρε μάγκα μου”. Γιατί δεν με ρωτάς πώς να νιώθει κανείς όταν ακούει κακοπροαίρετα σχόλια για τη ζωή του; Αλλά άστο, εγώ αυτούς τους έχω γραμμένους. Με τον σεβασμό που με διέπει βέβαια. Ειλικρινά δεν με ενδιαφέρει τι θα πει ο άλλος, πώς θα σχολιάσει αυτό που κάνω. Δεν κάνω κακό σε κανένα. Δεν έκανα ποτέ κακό σε κανέναν. Είναι η φύση μου έτσι. Η μαμά μου με μεγάλωσε με πολλή αγάπη, με αρχές, με ήθος. Εχω άλλη λογική εγώ, από παιδί»
Σε αυτό σε επηρέασε φαντάζομαι και ο θάνατος τους μπαμπά σου (έχασε τον πατέρα της σε αυτοκινητικό δυστύχημα όταν ήταν 6 ετών).
Ο χαμός του πατέρα μου ένωσε ακόμη παραπάνω την οικογένεια μου και σίγουρα μου έμαθε από μικρή πολλά. Ο τρόπος που αντιμετωπίζω τη ζωή είναι ενδεχομένως εντελώς διαφορετικός από τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν οι άλλοι.
Σου στοίχισε πολύ αυτός ο θάνατος;
Παρακαλώ; Έχασα τον πατέρα μου όταν ήμουν 6 ετών. Μου στοίχισε απίστευτα πολύ. Έχω εικόνες από τον πατέρα μου που περιγράφω στην μητέρα μου και μου λέει: «Πως γίνεται να τα θυμάσαι όλα αυτά, ήσουν μωρό». Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός αεροσκαφών στην Ολυμπιακή. Ταξίδευε πολύ. Άνοιγε την πόρτα να πάει στη δουλειά και με θυμάμαι να πέφτω στο πάτωμα και να τον τραβάω από τα πόδια για να μη φύγει. Έκλαιγα. Ούρλιαζα. Έβαζα δύναμη. Για να τον αφήσω έπρεπε να με κρατήσει η μαμά μου και η γιαγιά μου. Είχα τρέλα. Αυτή είναι μια πολύ χαρακτηριστική εικόνα που θυμάμαι από αυτόν. Καταλαβαίνεις ότι όταν ο πατέρας μου σκοτώθηκε έχασα τον κόσμο.
Τι θυμάσαι από εκείνη τη μέρα;
Μπορεί να φαίνεται περίεργο, αλλά είχα διαίσθηση. Ξύπνησα εκείνο το πρωί λίγο αναστατωμένη. Δεν βρήκα τη μαμά μου σπίτι, βρήκα τη θεία μου. Και πετάγομαι από το κρεβάτι και αρχίζω να φωνάζω «τι έπαθε ο μπαμπάς μου, που είναι ο μπαμπάς μου, τι έχει ο μπαμπάς μου;» Κάτι είχα καταλάβει. Για δυο μήνες δεν μου έλεγαν ότι είχε πεθάνει. Ήξερα ότι ο μπαμπάς μου είναι στο νοσοκομείο. Του έγραφα γράμματα. Του έγραφα «μπαμπά μου, σε περιμένω». Περίμενα να γυρίσει.
Πώς ήταν από εκεί και πέρα η κατάσταση στο σπίτι;
Κοίτα, έχω μια μάνα η οποία είναι πολύ σκληροπυρηνική. Ήταν πολύ αυστηρή μαζί μας και στα παιδικά μας χρόνια και την περίοδο της εφηβείας. Όταν συνέβη λοιπόν αυτό, πίστεψέ το, δε την είδαμε ποτέ να κλαίει, δεν την είδαμε ποτέ να καταρρέει και αυτό βοήθησε πολύ την ψυχολογία μας στο σπίτι. Ήταν σκληρό για όλους μας. Ήταν ένας αιφνίδιος θάνατος. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε δύο λεπτά πριν φτάσει στο σπίτι, γυρνώντας από τη δουλειά.
Το ξεπέρασες ποτέ;
Με το συγκεκριμένο γεγονός πορεύομαι. Το μεγαλύτερο δώρο ήταν ότι κατάλαβα πως η απώλεια έχει να σου δώσει «παπάδες». Να σε ταξιδέψει στο μυαλό σου, να σου δώσει πράγματα. Αν δεν είχε συμβεί αυτό στον πατέρα μου, θα ήμουν άλλος άνθρωπος σήμερα. Αυτό το γεγονός με σημάδεψε και με έκανε να αντιμετωπίζω τη ζωή με τη φιλοσοφία «μια είναι και άλλη καμία, ρε παιδί μου». Οπότε, δεν πα’ να λέτε; Και άγαμοι θύται αν λέτε. Εμένα αυτό μου έδωσε δυναμισμό, αλλά και απόλυτο ενστερνισμό της ευαισθησίας.