Κιβωτός του Κόσμου: Καθοριστική για την υπόθεση θεωρείται η 7 σελίδων κατάθεση ενός 19χρονου πρώην φιλοξενούμενου στη δομή, η οποία ήταν αυτή που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.
Ο 19χρονος βρέθηκε το πρωί της περασμένης Τετάρτης στον 8ο όροφο της ΓΑΔΑ καταγγέλλοντας ότι το καλοκαίρι του 2021 στη Χίο είχε πέσει θύμα ασελγών πράξεων από τον ιερέα και το σκηνικό το είδε ακόμα ένας νεαρός φιλοξενούμενος.
Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. εντόπισαν τον νεαρό, που επιβεβαίωσε τα λεγόμενα του 19χρονου. Το πρώτο συμπέρασμα που έβγαλαν ήταν ότι τα λεγόμενά του καταγγέλλοντος ήταν σε μεγάλο βαθμό αξιόπιστα, με την καταγγελία να αξιολογείται ως άκρως σοβαρή.
Αφού παρουσιάζει την πρώτη γνωριμία με τον πατέρα Αντώνιο, κατά την οποία ο ιερέας του έλεγε ότι «θα με βοηθάει, θα βοηθούσε παραπάνω τη μητέρα μου, δίνοντάς της κάποιο επίδομα», σύμφωνα με την εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» της Κυριακής, υποστηρίζει ότι τους δύο πρώτους μήνες στον Βόλο ήταν απομονωμένος από τα υπόλοιπα παιδιά και έκανε το πρόγραμμά του, δηλαδή δουλειά και σχολείο «τότε άρχισα να έρχομαι πιο κοντά με τον πατέρα Αντώνιο. Όταν ερχόταν στον Βόλο με έπαιρνε στις βόλτες μαζί του και περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί. Το καλοκαίρι με πήρε μαζί του στο παράρτημα τη Πωγωγιανής για ενάμιση μήνα και εκεί του είπα τα οικογενειακά μου προβλήματα μας βοηθούσε. Έβαλε τη μαμά μου να μείνει σε σπίτι της Κιβωτού μαζί με τον αδερφό μου, όπου μένουν μέχρι σήμερα. Μετά μου πρότεινε να αλλάξω δομή και να πάω στην Καλαμάτα γιατί η δομή εκεί ήταν καινούργια».
«Αυτό που δεν μου άρεσε όμως, αφού πήγα στην Καλαμάτα, ήταν ότι όσο τον πλησίαζα και δενόμουν μαζί του, είχα αρχίσει στην ουσία να τον υπηρετώ, δηλαδή του έβαζα και του έβγαζα τα παπούτσια και του έβαζα της κάλτσες. Αυτά ήταν τα πρώτα περίεργα πράγματα».
Σύμφωνα με τον 19χρονο ο πατήρ Αντώνιος πηγαινοερχόταν στην Καλαμάτα, όπου «άρχισε να μου κάνει περίεργα πράγματα. Ας πούμε, όταν μιλάγαμε ή οποιαδήποτε άλλη στιγμή είμασταν μαζί και σηκωνόμουν να φύγω, καθώς έφευγα μου χτυπούσε τον ποπό με το χέρι. Αν και δεν μου άρεσε αυτή η κίνηση προσπαθούσα να τη δικαιολογήσω, γιατί και στο μπάσκετ αυτό έκανε. Αυτό γινόταν δύο με τρεις φορές την εβδομάδα στην αρχή, μετά πέντε φορές την εβδομάδα, μετά αρκετές φορές την ημέρα, μέχρι που έφτασε στο σημείο να γίνεται 15 φορές την ημέρα. Επίσης στην Καλαμάτα από το καλοκαίρι μέχρι και τον Νοέμβριο που κάναμε μπάνιο στη θάλασσα, στα παιχνίδια που κάναμε στο νερό, καθώς έκανε πως με έπνιγε, άρχιζε να βάζει το χέρι του μέσα στο μαγιό μου. Στην αρχή προσπάθησα να τον δικαιολογήσω με την αγάπη που του είχα και δεν έλεγα τίποτα.
Στην πορεία φοβόμουν και δεν ήξερα πως να τον αντιμετωπίσω. Κι αυτό στη θάλασσα όσο περνούσε ο καιρός το έκανε με μεγαλύτερη συχνότητα, μέχρι που έφτασε να μου το κάνει σε μια μέρα στη θάλασσα δέκα φορές. Εξ αιτίας αυτού δεν ήθελα να μπαίνω στη θάλασσα. Αυτός εκμεταλλευόταν το γεγονός ότι δεν μπορούσα να αντιδράσω. Επίσης, εκείνο το διάστημα στην Καλαμάτα μας πήγαινε εκδρομές. Σε μια από αυτές στη Μονεμβασιά, πριν τα Χριστούγεννα του 2020, τα βράδια πήγαινα στο δωμάτιό του να του κάνω παρέα. Καθώς βλέπαμε τηλεόραση ενώ αυτό ήταν ξαπλωμένος, μου χάιδευε το κεφάλι και κάποια στιγμή έβαλε το δάκτυλά του μέσα στα ρουθούνια μου. Φρίκαρα και τραβήχτηκα αμέσως και λέγοντας ότι νυστάζω έφυγα από το δωμάτιό του.
«Μετά τα Χριστούγεννα του 2020 έκανε ένα χειρουργείο και επειδή ήθελε ένα παιδί να τον βοηθάει, είπε να έρθω εγώ από την Καλαμάτα. Έτσι, ήρθα στην Αθήνα όπου κυριολεκτικά 24 ώρες το 24ωρο ήμουν μαζί του. Μόνο 2 ώρες έβγαινα έξω για να πάω τον σκύλο που τότε είχα βόλτα. Ούτε η μαμά μου δεν ήξερε ότι είχα γυρίσει στην Αθήνα, δεν της το είχα πει, γιατί ο πατήρ μου είχε πει ότι θα ήμουν συνέχεια μαζί του, οπότε δεν θα μπορούσα να πάω να την δω και θα ερχόμουν σε δύσκολη θέση. Αν και έμενα σε ξεχωριστό δωμάτιο, σχεδόν όλη μέρα ήμουν μαζί του για να τον φροντίζω (σ.σ αναφέρεται σε πράξεις και περιγραφές που δεν είναι δυνατόν να αναπαραχθούν).
Με τραβούσε κοντά του συνέχεια κι εγώ τραβιόμουν χωρίς να του πω κάτι και μου είπε ‘σήκω φύγε’. Την επόμενη μέρα που πήγα στο δωμάτιό του, άλλαξε η συμπεριφορά του, με έβριζε, μου συμπεριφερόταν υποτιμητικά με αγριοκοιτούσε, λέγοντάς με συνεχώς ‘βλάκα’ και ‘ηλίθιε’, ενώ με έστελνε για δουλειές στο υπόγειο».