Τους έδινες ότι ήθελαν. Ποτέ δεν τους είπες όχι, σε ότι και να ζητούσαν.
Δεύτερο κομμάτι γλυκό. Καραμέλες πριν το φαγητό. Λίγα λεπτά ακόμη στο μπάνιο. Λεφτά για τον παγωτατζή.
Ήθελα να σου δείξω σεβασμό και εκτίμηση ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να προσπαθώ να μην κακομαθαίνεις τα παιδιά μου. Πίστευα ότι τα μεταμορφώνεις σε εγωιστικά κακομαθημένα πλάσματα, δίνοντάς τους ό,τι και να ζητούσαν. Πίστευα ότι δεν θα μάθουν ποτέ να περιμένουν ή να ξέρουν πότε είναι η σειρά τους ή να μοιράζονται, γιατί πριν ανοίξουν το στόμα και δείξουν με το χέρι, εσύ τους το έδινες.
Κρατούσες το κάθε ένα παιδί μου στην αγκαλιά για να κοιμηθεί. Δεν καταλάβαινες ότι εγώ ήθελα να πηγαίνουν στο κρεβάτι μόνα τους;
Έτρεχες με τον παραμικρό ήχο που έκαναν. Πως θα μάθαιναν να μην βασίζονται στους άλλους αλλά στον εαυτό τους;
Σε αντιπαθούσα γιατί αγόραζες τα καλύτερα και πιο ακριβά παιχνίδια για τα γενέθλιά τους και τα Χριστούγεννα. Πως μπορούσα εγώ να συναγωνιστώ μαζί σου; Πως νομίζεις ένιωθα όταν τα καλύτερα δώρα, αυτά με τα ποία τα παιδιά ενθουσιάζονταν και έλαμπαν, δεν ήταν από τους γονείς τους;
Και πόσο τους άρεσε να περνούν το απόγευμα μαζί σου. Τους έφτιαχνες τα αγαπημένο τους φαγητό για δείπνο, τρία ξεχωριστά πιάτα για τρία ξεχωριστά αγόρια. Και πάντα είχες και μια μικρή έκπληξη. Ένα δώρο, μια καραμέλα ή κάτι άλλο. Δεν ήθελα να σε συνδέουν με δώρα και γλυκά. Πίστευα ότι έπρεπε να σε αγαπούν για εσένα. Προσπάθησα να σου το πω αλλά δεν έλεγες να ακούσεις. Συνέχιζες να τα καλοπιάνεις, με κάθε τρόπο. Σκέφτηκα πολύ γιατί τα έκανες όλα αυτά και πως θα σταματούσες. Ξέρω ότι οι γιαγιάδες κακομαθαίνουν τα μικρά και μετά τα στέλνουν σπίτι στους γονείς τους αλλά εσύ ήσουν …γελοία.
Μέχρι που πέθανες.
Έπρεπε να αγκαλιάσω τα αγόρια μου και να τους πω ότι η γιαγιά τους πέθανε. Δεν φαινόταν δυνατόν – υποτίθεται πως θα ήσουν παρούσα σε κάθε ιδιαίτερη στιγμή της ζωής τους: στην αποφοίτησή τους, στον γάμο τους. Αλλά έχασαν την γιαγιά τους πολύ νωρίς και πολύ ξαφνικά. Δεν ήταν έτοιμα να σε αποχωριστούν.
Όλα αυτά τα χρόνια που ευχόμουν να σταματούσες να τα κακομαθαίνεις, ποτέ δεν σκέφτηκα πόσο πολύ τα αγαπούσες. Τόσο πολύ, που τους το έδειχνες με κάθε τρόπο. Στο μαγείρεμά σου, στα δώρα σου, στις καραμέλες και στα γλυκά.
Στην παρουσία σου. Στο πόσο πολύ θυμόσουν όλες τις λεπτομέρειες από ιδιαίτερες στιγμές τους, είτε αυτές ήταν μια μπαλιά σε κάποιο παιγνίδι ή κάποιο σημείωμα από σχολική παρουσίαση. Η αγάπη σου σαν γιαγιά δεν είχε όρια. Η καρδιά σου ξεχείλιζε αγάπη από κάθε πιθανό μέρος – την κουζίνα σου, το πορτοφόλι σου, το στόμα σου και την ακούραστη αγκαλιά σου.
Είναι μάταιο να μετανιώνω τώρα, αλλά συχνά σκέφτομαι πόσο λάθος είχα για την γενναιοδωρία σου. Λείπεις πολύ στα παιδιά μου, τώρα στην εφηβεία τους. Τους λείπει που δεν έρχονται τρέχοντας στην εξώπορτα να σε αγκαλιάσουν πριν μπείτε μέσα. Τους λείπει η κουβέντα μαζί σου και τα σοφά λόγια σου γεμάτα ενθάρρυνση και αγάπη.
Εάν είχα την ευκαιρία να σε ξαναδώ, θα σου έλεγα ότι κάθε φορά που μια πολύτιμη στιγμή κλέβει την καρδιά μου, κάθε φορά που τα βλέπω να φτάνουν σε νέο σταυροδρόμι στην ζωή τους και κάθε φορά που με εκπλήσσουν με την υπομονή, το ταλέντο και τις επιτυχίες τους, σε σκέφτομαι. Και εύχομαι να ήσουν εδώ.
Να έρθεις και να τα αγαπήσεις μια ακόμη φορά όπως καμιά άλλη γιαγιά. Να φέρεις τα γλυκά σου και τις εκπλήξεις. Να τα ανταμείψεις με δώρα για το πιο μικρό τους κατόρθωμα. Να φτιάξεις το φαγητό τους ακούραστα. Να τα πας όπου θέλουν. Μόνο και μόνο επειδή τα αγαπάς.
Πόσο εύχομαι με όλη μου την καρδιά να ήσουν εδώ.
Nα καθόμαστε ατέλειωτες ώρες στο μπαλκόνι. Να ερχόμαστε σπίτι και να παρατηρούμε το πρόσωπό του και να ξέρουμε χωρίς αμφιβολία τι νιώθει μέσα του. Εάν είναι απογοητευμένος, αποθαρρυμένος, διψασμένος ή απλά κουρασμένος.
Γύρισε για να ακούσεις τον ήχο από το σαξόφωνο του και να παρακολουθείς το πρόσωπό του μαζί μου. Και οι δυο ξέρουμε ποιο είναι το αγαπημένο του κομμάτι μελετώντας τα μάτια του ενώ παίζει.
‘Ελα να ακούσεις την φωνή του στην σχολική χορωδία. Να ενθουσιαστείς πως τραγουδάει με την καρδιά και την ψυχή του.
Θα έριχνα ματιές προς το μέρος σου και θα ήξερα ότι κανένας άλλος δεν τον λατρεύει έτσι όπως εσύ ή εγώ.
Έλα να τον δεις τι άνδρας έγινε. Να τον βλέπεις στην αποφοίτηση και να αναρωτιόμαστε πως πέρασαν τα χρόνια.
Όσο επιθυμώ να ήσουν εδώ τώρα τόσο καταλαβαίνω ότι, κατά ένα τρόπο, δεν έφυγες ποτέ.
Το καταλαβαίνω τώρα. Το ξέρω ότι τα αγαπούσες με κάθε τρόπο που μπορούσες. Το ξέρω ότι το να είσαι η γιαγιά τους σου έδινε χαρά και σκοπό. Φυσικά ξέρω ότι δεν μπορείς να γυρίσεις αλλά η αγάπη σου για αυτά θα παραμένει για πάντα.
Η αγάπη σου τα μεγάλωσε και τα προστάτεψε με τρόπο που δεν περιγράφεται. Η αγάπη σου είναι ένα μεγάλο κομμάτι από αυτό που είναι τώρα και θα γίνουν όταν μεγαλώσουν. Για αυτό, για κάθε περιποίηση και δώρο που τους έδινες, για κάθε παραπάνω χρόνο που τα κρατούσες αγκαλιά και όταν τα παρηγορούσες, πάντα θα σε ευχαριστώ.
Και θα εύχομαι χίλιες φορές να μπορούσες να τα κάνεις όλα ξανά.
Με αγάπη και πόνο έγραψε αυτές τις δυνατές λέξεις στην πεθερά της που πέθανε. Εάν είχαμε μια μέρα ακόμη με αυτούς που χάσαμε, τι θα τους λέγαμε; Εάν ο φόβος και η απόρριψη έβγαιναν από την μέση, τι θα λέγαμε σε αυτούς που ακόμη έχουμε μαζί μας;