Όσοι έζησαν εκείνη την εποχή, θυμούνται καλά, είναι αδύνατον να ξεχάσεις. Στην Ελλάδα υπήρχε διάχυτη η αντίληψη πως ένα έγκλημα διαρκείας συντελούταν εις βάρος της Σερβίας. Πως κανένας ουσιαστικός λόγος δεν νομιμοποιούσε την απόφαση του ΝΑΤΟ για βομβαρδισμό.
Ήταν μια μαύρη περίοδος που κράτησε από τις 24 Μαρτίου 1999 ως τις 10 Ιουνίου του ίδιου έτους, σκορπίζοντας το θάνατο στο Βελιγράδι. Μαζί και τεράστιες υλικές καταστροφές.
Η ελληνική αντίδραση στα δραματικά γεγονότα ήταν έντονη. Έχει μείνει ιστορική, για παράδειγμα, η πρωτοβουλία της ΑΕΚ να αψηφήσει τον κίνδυνο και να πάει στο φλεγόμενο Βελιγράδι για να δώσει φιλικό αλληλεγγύης με την Παρτιζάν. Μια ενέργεια που θεωρήθηκε ηρωική ακόμα και από οπαδούς άλλων ομάδων.
Όπως ήρωας ήταν και παραμένει για πολλούς ο Μαρίνος Ριτσούδης. Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, ανθυποπλοίαρχος στο αντιτορπιλικό «Θεμιστοκλής» αρνήθηκε την εντολή να πλεύσει στην Αδριατική στο πλαίσιο των ΝΑΤΟϊκών υποχρεώσεων της Ελλάδας. Ενημέρωσε τους ανώτερους του για την απόφαση του και δεν άλλαξε στάση ό,τι κι αν του είπαν.
Χρόνια αργότερα, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Blic θα έλεγε τα εξής: «Ήταν ένα φανταστικό συναίσθημα το να υπερασπίζεσαι τη Σερβία σε μια μάχη κόντρα σε όλους και σε όλα. Είμαι περήφανος για αυτή μου την απόφαση, τόσο επί προσωπικού όσο και για το λαό της Σερβίας. Για την κοινή μας ιστορία, την κουλτούρα μας. Είμαι χαρούμενος που βρήκα φίλους στη Σερβία και μοιραζόμαστε κοινές αναμνήσεις».
Ο Ριτσούδης γνώριζε καλά εξ αρχής τις συνέπειες της απόφασης του. Έδρασε, όμως, εν πλήρη συνείδηση. Πράττοντας όπως όριζε η καρδιά και το μυαλό του. Κατανοώντας πως μετά από αυτό δεν υπήρχε γυρισμός ούτε συνέχεια γι’ αυτόν στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Δύο 24ώρα πριν από τον απόπλου του «Θεμιστοκλή», είχε συναντηθεί με τον τότε αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο καθώς και με τον Πατέρα Γεώργιο Μεταλληνό. Δεν του είπαν τι να κάνει, αλλά του έδωσαν την ευλογία τους να πράξει όπως έκρινε αυτός σωστό.
Κατά την κατάθεσή του, θα πει τα παρακάτω λόγια: «Είχα δύο δρόμους να διαλέξω. Επέλεξα αυτόν που έχετε πάνω από εσάς (σ.σ.: έδειξε την εικόνα του Χριστού πάνω από το Προεδρείο ) τον οποίο και εγώ βάζω πάνω από όλα, γιατί ο νόμος του Θεού είναι πάνω από όλους. Είναι η συνείδηση του καθενός».
Τελικά καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων και έξι μηνών με τριετή αναστολή, απόφαση η οποία έγινε δεκτή με χειροκροτήματα από τους συγκεντρωμένους. Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι έξω από το Ναυτοδικείο είχε συσπειρωθεί υπέρ του Ριτσούδη ένα ετερόκλητο κοινό. Από λιμενεργάτες του ΠΑΜΕ μέχρι κυρίες θρησκευτικών οργανώσεων. Δείγμα του πόσο ευρεία και πολυεπίπεδη απήχηση είχε στην κοινή γνώμη η αποδοκιμασία των ΝΑΤΟϊκών βομβαρδισμών.
Προσπάθησε αργότερα να ανατρέψει τα συντριπτικά εις βάρος του δεδομένα κι ας ήξερε πως οι πιθανότητες ήταν μηδαμινές. Και έφεση έκανε και προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Πουθενά δεν δικαιώθηκε. «Προφανώς και ήταν μια παράνομη απόφαση. Αλλά αυτό είναι το σύστημα. Παντού», θα υποστηρίξει πολλά χρόνια αργότερα κι ενώ πλέον δουλεύει ως καπετάνιος σε πολυτελή σκάφη.
Οι Σέρβοι πάντως, ποτέ δεν ξέχασαν τι έκανε γι’ αυτούς. Ο Ριτσούδης έχει γίνει ως και γκράφιτι σε δρόμο του Βελιγραδίου, ενώ το όνομά του είναι ευρέως γνωστό στη χώρα. Λέει πολλά περί αυτού πως τον καιρό που αγωνιζόταν στον Παναθηναϊκό, ο Νεμάνια Νέντοβιτς είχε ευχαριστήσει με δημόσια ανάρτησή του τον άλλοτε ανθυποπλοίαρχο γι’ αυτό που έκανε τότε για την πατρίδα του. Μπορεί να ήταν μόλις 8 ετών το 1999 ο Νέντοβιτς, αλλά προφανώς ρώτησε, έψαξε και έμαθε.
Τον Ιανουάριο του 2018 μάλιστα, ο Μαρίνος Ριτσούδης τιμήθηκε από τον Πατριάρχη Σερβίας Ειρηναίο με το μετάλλιο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (απονέμεται από το Πατριαρχείο Σερβίας σε στρατιωτικούς και σε εκείνους που θυσιάστηκαν υπέρ της αγάπης προς τον συνάνθρωπο) και δήλωσε έκπληκτος για αυτή την τιμή. Ποτέ άλλωστε δεν έκανε ό,τι έκανε για να ακούσει «μπράβο» ή κάτι παρόμοιο. Φάνηκε από το πώς αντέδρασε όταν τον πλησίασαν από την πρεσβεία της Σερβίας για να του πουν πως θέλουν να τον παρασημοφορήσουν, να αναγνωρίσουν έμπρακτα όσα έκανε γι’ αυτούς.
Ο Ριτσούδης αρνήθηκε ευγενικά. Απαντώντας πως «δεν θέλω τίποτα και όλη η αναγνώριση πρέπει να πάει σε έναν γενναίο λαό που πολέμησε κόντρα σε μια ανώτερη δύναμη, ξέροντας πως δεν είχε ελπίδα».
Συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με την απόφασή του και τα κίνητρά του, θα πρέπει να του πιστωθεί πως είχε το θάρρος της γνώμης του και ανέλαβε τις ευθύνες του, εμμένοντας σε αυτό που πίστευε πως ήταν το σωστό, δίχως να φοβηθεί στιγμή τις συνέπειες.
Πηγή: menshouse.gr