Δυο γυναίκες βγαίνουν μια νύχτα χωρίς τους άνδρες τους. Πηγαίνουν σε ένα μπαρ, συζητάνε, πίνουν ένα δυο ποτά και μετά φεύγουν για το σπίτι.
Στο δρόμο γυρνάει η μια και λέει στην άλλη, ‘Συγγνώμη, αλλά πρέπει να πάω στην τουαλέτα. Μπορούμε να σταματήσουμε για ένα λεπτό;’
Η άλλη την κοιτάζει και απαντά, ‘Και εγώ θέλω να πάω αλλά που να σταματήσουμε στην μέση του δρόμου;’
‘Κοίτα! Ένα νεκροταφείο. Μπορούμε να πάμε εκεί.’
‘Ναι, αλλά πως θα σκουπιστούμε;’
‘Θα χρησιμοποιήσω το εσώρουχό μου και μετά θα το πετάξω.’
Η άλλη γυναίκα δεν ήθελε να πετάξει το ακριβό εσώρουχό της και έτσι τελικά πήρε την κορδέλα από ένα διπλανό τάφο.
Και πήγαν σπίτι.
Την άλλη ημέρα ο σύζυγος της μιας γυναίκας ανησύχησε γιατί η συνήθως γλυκιά και αθώα γυναίκα του δεν είχε σηκωθεί ακόμη και πήρε τηλέφωνο τον σύζυγο της άλλης γυναίκας.
‘Ξέρεις που πήγαν οι γυναίκες μας χθες βράδυ; Γιατί η δική μου γύρισε χωρίς εσώρουχο.’
‘Εσύ είσαι πιο τυχερός. Η δική μου ήρθε με μια κορδέλα πίσω της που έγραφε : ‘Από όλους εμάς στην πυροσβεστική. Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ.’