“Πάμε στο χωριό;”, ρωτούσε η Αλίκη συνωμοτικά στους φίλους της κάθε φορά που ήθελε να ξεκλέψει στιγμές ξεγνοιασιάς.
Ο Θεολόγος ήταν το μέρος που ξαναέβρισκε τα πατήματά της. Εκεί κυκλοφορούσε αμακιγιάριστη και τύλιγε γύρω της την ποδιά της για να μαγειρέψει ολόφρεσκα ψάρια για τους καλεσμένους της. Ήταν το μέρος που ήθελε να περάσει τις τελευταίες ημέρες της ζωής της, όταν κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος, μονάχα που δεν πρόλαβε.
Στο χωριό της λοιπόν, έβρισκε την πιο χαλαρή εκδοχή του εαυτού της, χόρευε τα λαϊκά της τα βράδια στη βεράντα, κολυμπούσε γυμνή στην παραλία κάτω από το σπίτι της. Έμοιαζε να ανακτά όλη τη χαμένη ενέργειά της, ξαπλωμένη στο γκαζόν, με τις ακτίνες του ηλίου να πέφτουν επάνω της. Κάποτε στο άδειο σπίτι του Θεολόγου ( Ο Παπαμιχαήλ μετά από το χωρισμό τους είχε σηκώσει όλα τα έπιπλα για να την εκδικηθεί, της είχε αφήσει μόνο μία καρέκλα και ένα τηλέφωνο) έκλαιγε σαν μικρό παιδί, ευάλωτη και σαστισμένη. Ήταν ένα σπάνιο κλικ του Κλεισθένη από είδε το φως της δημοσιότητας από μία προσωπική της στιγμή.
Τώρα μία άλλη σπάνια φωτογραφία δείχνει την Αλίκη καθισμένη στο εσωτερικό της κρεβατοκάμαρας της στο Θεολόγο που λειτουργούσε ως ξενώνας. Στον τοίχο, το πορτραίτο του γιου της Γιάννη και ένα δικό της από τη Μανταλένα ( ήταν η πιο αγαπημένη της ταινία) και λογής λογής διακοσμητικά.