Πριν από μερικά χρόνια φάνταζε όνειρο, σχεδόν ακατόρθωτο. Το πείσμα, όμως, σε συνδυασμό με την υπομονή και την επιμονή, εδώ και μία τριετία έχουν γεμίσει σιγά σιγά την Ιμβρο με Ελληνες και κυρίως με μαθητές που μπορούν να πάνε σε ελληνικά σχολεία.
Το πρώτο βήμα έγινε το 2013, όταν ο ήχος από το κουδούνι ελληνικού μειονοτικού σχολείου χτύπησε ξανά στους Αγίους Θεοδώρους της Ιμβρου έπειτα από σχεδόν μισό αιώνα. Το 2015 οι Ιμβριοι κέρδισαν ένα ακόμη στοίχημα: τη λειτουργία Γυμνασίου και Λυκείου στα Αγρίδια.
Με αυτόν τον τρόπο το νησί, που βρίσκεται ανάμεσα στη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, απέκτησε ξανά Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια ελληνική Εκπαίδευση έπειτα από 51 ολόκληρα χρόνια. Το μόνο που έλειπε πια ήταν ένα ελληνικό Νηπιαγωγείο. Από προχθές και αυτό το ζήτημα λύθηκε, καθώς η τουρκική κυβέρνηση ενέκρινε το σχετικό αίτημα για τη λειτουργία του στους Αγίους Θεοδώρους, από όπου κατάγεται ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Το Δημοτικό Σχολείο των Αγίων Θεοδώρων στην Ιμβρο έχει οκτώ μαθητές. Ενας πηγαίνει στην πρώτη Δημοτικού, τρεις στη δευτέρα, δύο στην τρίτη και δύο στην τετάρτη τάξη. Δηλαδή υπάρχουν παιδιά και στις τέσσερις τάξεις, όπως προβλέπει το τουρκικό εκπαιδευτικό σύστημα.
«Στο σχολείο μας φέτος έχουμε οκτώ μαθητές, εκ των οποίων έναν στην πρώτη Δημοτικού, τρεις στη δευτέρα, δύο στην τρίτη και δύο στην τετάρτη τάξη. Δηλαδή έχουμε παιδιά και στις τέσσερις τάξεις του Δημοτικού, όπως προβλέπεται από το τουρκικό εκπαιδευτικό σύστημα» λέει στο «Εθνος» η διευθύντρια του Δημοτικού Σχολείου Αγίων Θεοδώρων, Παρασκευή Μπερμπέρη. «Το 2013 είχαμε μόλις τέσσερα παιδιά, όμως σιγά σιγά οι μαθητές αυξάνονται, γιατί ο κόσμος σταδιακά επιστρέφει. Προχθές μάθαμε ότι η Αγκυρα ενέκρινε το αίτημά μας και για τη λειτουργία τάξης Νηπιαγωγείου στο σχολείο μας, γεγονός που μας χαροποίησε όλους, καθώς δώσαμε αγώνα γι’ αυτό» προσθέτει.
«Ελπίζουμε ότι από αυτήν τη σχολική χρονιά θα μπορέσουμε να προσφέρουμε στα τρία μικρά παιδιά που υπάρχουν στο νησί τη δυνατότητα να πάνε Νηπιαγωγείο» επισημαίνει η Π. Μπερμπέρη. Η ίδια αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του δρόμου που ακολούθησαν οι Ελληνες της Ιμβρου και της Τενέδου όταν εφαρμόστηκε το «Πρόγραμμα Διάλυσης» από την τουρκική κυβέρνηση.
«Οι γονείς μου είναι από τους Αγίους Θεοδώρους. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κωνσταντινούπολη όπου εγκαταστάθηκαν. Πήγα Δημοτικό και Γυμνάσιο σε ελληνικό σχολείο στην Πόλη και Λύκειο στην Καλλιθέα της Αθήνας. Συνέχισα τις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στην Ιμβρο επέστρεψα μόνιμα όταν ανέλαβα τα καθηκόντά μου έχοντας αγκαλιά το μόλις 16 ημερών παιδί μου. Φυσικά, η συγκίνησή μου ήταν και παραμένει μεγάλη παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν εδώ για όλους μας» τονίζει.
Ειδικό καθεστώς
Φέτος στο ελληνικό Γυμνάσιο-Λύκειο Αγριδίων πηγαίνουν 22 παιδιά. «Στο Γυμνάσιο έχουμε οκτώ μαθητές και στο Λύκειο 14. Πέρυσι, που ήταν και η πρώτη χρονιά λειτουργίας μας, ξεκινήσαμε το σχολικό έτος με 11 παιδιά και κλείσαμε με 15» δηλώνει στο «Εθνος» ο Ιωακείμ Καμπουρόπουλος, διευθυντής του σχολείου και αντιπρόεδρος του Εκπαιδευτικού και Μορφωτικού Συνδέσμου Ιμβρου.
«Τα σχολεία μας είναι ελληνικά μειονοτικά. Υπαγόμαστε σε ένα ειδικό καθεστώς και λειτουργούμε βάσει των διμερών συμφωνιών που υπάρχουν ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Στα σχολεία μας τα πάντα διδάσκονται στα ελληνικά, εκτός από την τουρκική γλώσσα, τη Φιλολογία, τη Γεωγραφία και την Ιστορία. Αναφερόμαστε και λογοδοτούμε στο τουρκικό υπουργείο Παιδείας» συνεχίζει.
«Αυτή η προσπάθεια είχε πολλούς ανθρώπους που συνεργάστηκαν για τον ίδιο σκοπό. Νομίζω ότι αποτελούμε παράδειγμα προς μίμηση με την έννοια ότι ποτέ κανείς δεν πρέπει να το βάζει κάτω. Και σήμερα δεν διανύουμε την καλύτερη περίοδο τόσο στα ελληνοτουρκικά όσο και στα ευρωτουρκικά. Η ουσία, ωστόσο, είναι ότι μέσα σε αυτή την κατάσταση όταν κανείς πιστεύει στο δίκιο του και λέει λογικά πράγματα πολλές φορές κερδίζει και λίγες χάνει. Και αυτό καταφέραμε. Να πείσουμε, δηλαδή, τις τουρκικές Αρχές για την ειλικρίνειά μας, ότι δεν είμαστε αχυράνθρωποι κανενός και ότι ήρθαμε στην Ιμβρο για να αναστήσουμε τον τόπο μας.
Και η κίνηση της Τουρκίας να εγκρίνει και το αίτημα για Νηπιαγωγείο δείχνει ότι την ενδιαφέρει να διατηρήσει την ιστορία και την πολυπολιτισμικότητα του νησιού» προσθέτει. Η αρχή για τον μαζικό διωγμό των Ελλήνων από την Ιμβρο και την Τένεδο, που παραχωρήθηκαν στην Τουρκία το 1923 με τη Συνθήκη της Λωζάνης, έγινε το 1964, όταν τέθηκε σε εφαρμογή το λεγόμενο «Πρόγραμμα Διάλυσης». Στη δέσμη μέτρων αφελληνισμού και εκτουρκισμού των δύο νησιών συμπεριλαμβανόταν και η απαγόρευση διδαχής της ελληνικής Παιδείας.
Η αλλαγή
Τα επτά ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν στην Ιμβρο έχοντας συνολικά 693 μαθητές και 27 δασκάλους έκλεισαν και επαναλειτούργησαν το ίδιο έτος ως δημόσια τουρκικά με αποτέλεσμα σταδιακά το νησί σχεδόν να ερημώσει από το ελληνικό στοιχείο. Επειτα από χρόνιες προσπάθειες, όμως, οι Ιμβριοι έχουν κάθε λόγο να ατενίζουν το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία.
Φέτος στο ελληνικό Γυμνάσιο-Λύκειο Αγριδίων πηγαίνουν 22 παιδιά. Πέρυσι, πρώτη χρονιά λειτουργίας του σχολείου, οι μαθητές με την έναρξη της χρονιάς ήταν 11 και προστέθηκαν στη συνέχεια άλλοι τέσσερις.
Επανεγκαταστάθηκαν σε πέντε χρόνια στο νησί 450 Ελληνες
Από το 2013 και ύστερα οκτώ παιδιά Ελλήνων γεννήθηκαν στην Ιμβρο. Συνολικά μαζί με αυτά, τα παιδιά που αποτελούν την επόμενη «φουρνιά» μαθητών στα ελληνικά μειονοτικά σχολεία του νησιού είναι 15.
Οπως δηλώνει στο «Εθνος» ο Πάρις Ασανάκης, πρόεδρος του Συλλόγου Ιμβρίων Αθηνών: «Πάνω από 15 οικογένειες νέων ανθρώπων γύρισαν στην Ιμβρο, βοηθώντας και αυτοί με τη σειρά τους την όλη μας προσπάθεια. Αποτελούν και αυτοί μέρος ενός συνόλου 500 Ελλήνων κατοίκων του νησιού, από τους οποίους οι 450 επανεγκαταστάθηκαν τα τελευταία πέντε με έξι χρόνια».
«Ο ποσοτικός αυτός στόχος μας έχει ήδη καλυφθεί. Τώρα προσπαθούμε να δουλέψουμε επάνω στον ποιοτικό μας στόχο, δηλαδή να μειωθεί ο μέσος όρος ηλικίας και οι άνθρωποι που εγκαθίστανται στην Ιμβρο να μπορούν να είναι παραγωγικοί και δημιουργικοί.
Για να το πετύχουμε αυτό χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων, και της τουρκικής κυβέρνησης και της ελληνικής Πολιτείας στο μέρος που της αναλογεί» επισημαίνει. «Εργαζόμαστε στο να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης και να υπάρξει συγκοινωνιακή επικοινωνία του νησιού και με την Ελλάδα, ώστε να τονωθεί ο τουρισμός, αλλά και να μπορέσουμε να κρατήσουμε τους ανθρώπους εκεί.
Τώρα για να έρθει κανείς στην Ιμβρο από την Ελλάδα πρέπει να διανύσει 1.050 χιλιόμετρα, γεγονός που δεν καθιστά το νησί τουριστικό προορισμό» προσθέτει ο Π. Ασανάκης. «Δεν ήταν ένα εύκολο εγχείρημα. Ομως βλέπουμε ότι όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερους υποστηρικτές έχουμε. Είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι και συνεχίζουμε για ό,τι καλύτερο» καταλήγει.