Οι ολότελα θανάσιμες και καλοκουρδισμένες μηχανές της Άπω Ανατολής δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς οι μαυροντυμένες φιγούρες με τα καλυμμένα πρόσωπα που διέσχιζαν αυλές, αναρριχούνταν σε τοίχους και περπατούσαν στις στέγες με γρήγορο βηματισμό για να εκτελέσουν άλλη μια δολοφονική ή κατασκοπευτική αποστολή παραείναι θρυλικές.
Τόσο θρυλικές όσο και οι περιβόητοι μοναχοί σαολίν, καθώς οι νίντζα δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα σε όρους υπεράνθρωπων ικανοτήτων τους μαχητές-μοναχούς.
Κι όμως, παρά την ιστορική πραγματικότητα της ύπαρξή τους, ένα τεράστιο πέπλο μυστηρίου συνεχίζει να καλύπτει τα πεπραγμένα τους δημιουργώντας στην πορεία παρανοήσεις και αστικούς μύθους.
Εδώ έχει σαφώς να κάνει η απόλυτη μυστικότητα που περιέβαλλε τα χρονικά των νίντζα αλλά και το γεγονός φυσικά ότι στη Δύση απαθανατίστηκαν ως σιωπηλοί μαχητές κατάλληλοι για σινεμά, αφήνοντας έξω όλα τα πραγματικά ενδιαφέροντα στοιχεία της τέχνης τους…
- Κουνοΐτσι: οι θηλυκοί νίντζα
Καθώς οι γυναίκες δεν μπορούσαν με τίποτα να γίνουν σαμουράι, αν μια κυρία της φεουδαρχικής Ιαπωνίας ήθελε να προσφέρει στρατιωτικές υπηρεσίες στην οικογένεια ή την κοινότητά της η καταφυγή στους νίντζα ήταν η μόνη λύση. Και καθώς οι γυναίκες δέχονταν σαφώς περισσότερες προσκλήσεις σε κάστρα και φρούρια ως υπηρέτριες, χορεύτριες και παλλακίδες, η ένταξή τους στις τάξεις των νίντζα ήταν πάντα καλοδεχούμενη, αφού θα μπορούσαν να εκτελέσουν τη μυστική αποστολή αρκούντως ευκολότερα.
Γυναίκες νίντζα υπήρξαν πράγματι λοιπόν και εκπαιδεύονταν μάλιστα στις ίδιες τεχνικές με τους άρρενες συναδέλφους τους, αν και αυτές διέθεταν ακόμα πιο εκτεταμένο οπλοστάσιο. Οι κουνοΐτσι μπορούσαν να κρύβουν λεπίδες μέσα στις βεντάλιες τους και γίνονταν ξεφτέρι σε ένα φονικό εργαλείο αποκλειστικά για γυναικεία χρήση, που μεταφράζεται κάπως σαν «νύχι γάτας» (νέκο-τε), μια μικρή λεπίδα δηλαδή που προσαρμοζόταν σε ένα δερμάτινο δαχτυλίδι που φορούσαν οι θανάσιμες κυρίες στο δάχτυλο.
Κι αν δεν ακούγεται πολύ τρομακτικό, το «νύχι γάτας» ήταν ιδιαιτέρως αποτελεσματικό στη δουλειά του, καθώς η άκρη του ήταν φυσικά δηλητηριασμένη…
- Νίντζα όπως λέμε… Κίνα
Παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη των νίντζα είναι ιστορικά τεκμηριωμένη, η εμφάνιση των πρώτων είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί, καθώς οι απαρχές της πολεμικής τέχνης τους, του διαβόητου νιντζίτσου, χάνονται στα βάθη του χρόνου. Στα σίγουρα πάντως δεν προέρχονται από τη χώρα που τόσο έχει συνδεθεί με τη δράση των μαυροφορεμένων πληρωμένων φονιάδων!
Κι αυτό γιατί όλα τα πυρηνικά στοιχεία της πολεμικής τέχνης των νίντζα προέρχονται από την Κίνα τουλάχιστον χίλια χρόνια πριν εμφανιστούν οι πρώτοι ιάπωνες νίντζα. Ο ίδιος ο Σουν Τζου περιλαμβάνει πληροφορίες για τους «πέντε τύπους κατασκόπων» στην κλασική «Τέχνη του Πολέμου» του κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.
Κατά το πέρασμα των αιώνων, οι Ιάπωνες υιοθέτησαν ένα σωρό στοιχεία του κινέζικου πολιτισμού (η ιαπωνική λαογραφία δεν αφήνει εδώ περιθώρια αμφιβολίας) και η καθοριστική στιγμή για την εμφάνιση των νίντζα στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου ήρθε κατά τον 10ό αιώνα μ.Χ., όταν η κατάρρευση της κινεζικής δυναστείας των Τανγκ προκάλεσε τη μεγάλη φυγή στρατιωτικών, λογίων και μοναχών στο σχετικά ειρηνικό γειτονικό νησί. Οι οποίοι μετέφεραν στις βαλίτσες τους απίστευτες γνώσεις, γιατί όχι και το νιντζίτσου; Η ίδια η λέξη «νίντζα» είναι εξάλλου κινεζική, καθώς στην Ιαπωνία οι μυστικοί φονιάδες ήταν γνωστοί ως «σαϊνόμπι» (σαϊνόμπι-νο-μόνο).
Υπάρχουν πάντως αναφορές για σποραδική δράση έμμισθων δολοφόνων και κατασκόπων στην Ιαπωνία ήδη από τον 6ο αιώνα μ.Χ., αν και η πραγματική εμφάνιση της κοινότητας των νίντζα θα έπρεπε να περιμένει 4-5 αιώνες ακόμα για να γενικευτεί στη φεουδαρχική Ιαπωνία…
- Ντυμένοι και εξοπλισμένοι για να περνούν απαρατήρητοι
Παρά το γεγονός ότι η μαύρη τους στολή μετατράπηκε στο κυρίαρχο στοιχείο της εικόνας τους στη Δύση, η πραγματικότητα μόνο έτσι δεν ήταν. Οι νίντζα δεν ήταν ούτε μαυροφορεμένοι ούτε και κάλυπταν τα πρόσωπά τους, καθώς κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τις αποστολές τους ως μυστικοί πράκτορες και πληρωμένοι εκτελεστές!
Ο σκοπός ήταν να περνούν απαρατήρητοι και κανείς να μη δίνει σημασία στην παρουσία τους, γεγονός που θα ανέτρεπε η κατάμαυρη αμφίεσή τους. Συνήθως ντύνονταν «βαρετά» λοιπόν, προσποιούμενοι τους φτωχούς χωρικούς ή εναρμονίζοντας τα ρούχα τους στο εκάστοτε επιχειρησιακό περιβάλλον. Στις συνήθεις εξωτερικές νυχτερινές αποστολές τους φορούσαν μπλε στολή, καθώς το μαύρο δεν πρέπει να χρησιμοποιήθηκε ποτέ (είναι μάλλον μια κληρονομιά του θεάτρου Καμπούκι).
Και βέβαια αντί να κραδαίνουν φανταχτερά -και αμέσως ύποπτα- σπαθιά κατάνα, τα περισσότερα όπλα τους ήταν απλές τροποποιήσεις γεωργικών εργαλείων (δρεπάνια, πριόνια, ψαλίδια κλαδέματος), καθώς ο σκοπός ήταν όπως είπαμε να μην προδοθεί η πραγματική ταυτότητα του κατόχου σε περίπτωση ελέγχου ή εντοπισμού.
Είχαν βέβαια και κανονικά όπλα, από παραλλαγή του σπαθιού του σαμουράι μέχρι πολλά ακόμα φονικά μαραφέτια, τα οποία χρησιμοποιούνταν σε πολέμους και κανονικές μάχες. Μια φορά για τις μυστικές αποστολές που τους έκαναν φόβο και τρόμο στην Ιαπωνία τόξα, σπαθιά και δόρατα δεν χρησιμοποιούνταν ποτέ. Η ταπεινή δηλητηριασμένη λεπίδα έκανε μια χαρά τη δουλειά.
Πολλοί νίντζα μασκαρεύονταν εξάλλου σε καλλιτέχνες του δρόμου, όπως ο περίφημος σαϊνόμπι του 16ου αιώνα Κάτο Ντάντζο, που ο κόσμος τον ήξερε ως μεγάλο ταχυδακτυλουργό και οι πελάτες του πολέμαρχοι ως τον απολύτως θανάσιμο νίντζα του καιρού του…
- Νίντζα και σαμουράι
Είναι γεγονός ότι οι νίντζα εμφανίζονται λίγο πολύ ως αντίπαλο δέος των σαμουράι: οι σαμουράι ήταν οι πολεμιστές της φεουδαρχικής Ιαπωνίας που ανήκαν σε αριστοκρατικές κοινωνικές τάξεις ενώ οι νίντζα προέρχονταν από τα κατώτερα στρώματα του λαού. Ταυτοχρόνως, οι σαμουράι δεσμεύονταν από τον κώδικα ηθικής του Μπουσίντο που απαγόρευε πάμπολλα πράγματα, ενώ οι νίντζα ήταν ελεύθεροι να κάνουν όλη τη βρόμικη δουλειά του πολέμαρχου, καίγοντας, σκοτώνοντας και κάνοντας σαμποτάζ, ταπεινές ενέργειες δηλαδή που κανένας σαμουράι δεν θα αναλάμβανε.
Αν κι αυτό είναι σχετικά αληθές, οι νίντζα δεν ήταν μόνο για τις βρόμικες δουλειές. Ήταν ο μυστικός τους ρόλος αυτός που κρατούσε στο σκοτάδι τον δικό τους κώδικα ηθικής, ενώ οι σαμουράι ήταν το δημόσιο πρόσωπο του πολέμου που όφειλαν εξωτερικά τουλάχιστον να είναι ενάρετοι και ηθικοί. Οι νίντζα δεν ήταν ωστόσο δεύτεροι κανενός, καθώς απολάμβαναν αντίστοιχες τιμές απ’ όσους γνώριζαν την πραγματική τους ταυτότητα. Δεν ήταν εξάλλου μυστικό ότι πολλοί ξεπεσμένοι σαμουράι (ρόνιν) γίνονταν νίντζα για να βγάλουν τον επιούσιο.
Ο ευγενής Μπουσίντο και το ταπεινό και δόλιο Νιντζίτσου είναι ενδεχομένως σημερινές ερμηνείες και δοτές αξιολογικές κρίσεις, καθώς στα χρόνια της φεουδαρχικής Ιαπωνίας ο σκοπός αγίαζε συνήθως τα μέσα. Πόσο ταπεινό ήταν εξάλλου το να σκοτώσεις στον ύπνο του έναν πολέμαρχο που θα βύθιζε την επομένη την Ιαπωνία στον εμφύλιο; Ο κώδικας των σαϊνόμπι επέβαλλε την ολοκλήρωση της αποστολής με κάθε κόστος, επιστρατεύοντας όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα…
- Άνοδος και πτώση των νίντζα
Η μεγάλη ακμή των νίντζα στη μεσαιωνική Ιαπωνία ήρθε κατά τον 16ο αιώνα, αν και τα χρονικά τους ήταν ήδη γνωστά εδώ και τριακόσια χρόνια. Ο κολοφώνας της δόξας τους έλαβε χώρα το 1562, όταν ο πολέμαρχος Τοκουγκάβα τους επιστράτευσε για να τον βοηθήσουν στην κατάκτηση εχθρικού φρουρίου. Ο σογκούν το πολιορκούσε μάταια εδώ και δυόμιση μήνες, όταν και αποφάσισε να επιστρατεύσει 80 νίντζα να σκαρφαλώσουν τα τείχη και να τρυπώσουν στο εσωτερικό του τη νύχτα.
Τους έντυσε μάλιστα με τα ρούχα του εχθρού για να φανεί ότι οι υπερασπιστές του κάστρου πολεμούσαν μεταξύ τους! Οι νίντζα τα κατάφεραν και με το παραπάνω πυροδοτώντας τέτοιον πανικό στο οχυρό που εξολόθρευσαν εύκολα τους 200 και πλέον αντίπαλους πολεμιστές. Με τις αμίμητες πολεμικές τους ικανότητες να είναι περιζήτητες απ’ όλους, οι νίντζα επιστρατεύτηκαν ως κατάσκοποι, προβοκάτορες, ανιχνευτές, ακόμα και καταδρομείς, καθώς η αποτελεσματικότητά τους στις πολιορκίες ήταν παροιμιώδης, διεισδύοντας στα οχυρά και δημιουργώντας αντιπερισπασμό προκειμένου να επιτίθενται οι πολιορκητές.
Όσο για την πτώση τους, υπήρξε εξίσου ηχηρή. Στα τέλη του 16ου αιώνα, δυο πανίσχυροι πολέμαρχοι, οι Τογιοτόμι και Νομπουνάγκα, συνασπίστηκαν για να βάλουν ένα τέλος σε όλους τους νίντζα της Ιαπωνίας, από τους οποίους είχαν υποφέρει πολύ οι δυναστείες τους όλα αυτά τα χρόνια. Την ώρα που προσπαθούσαν λοιπόν να ενώσουν τη χώρα κάτω από την εξουσία τους, σκέφτηκαν να ξεπαστρέψουν όλους τους δόλιους και μοχθηρούς κατασκόπους και πληρωμένους φονιάδες. Ήθελαν να αφήσουν την Ιαπωνία στα χέρια των ένδοξων και ενάρετων σαμουράι, όχι γιατί νοιάζονταν φυσικά για την τιμή, αλλά επειδή οι σαμουράι ήταν πιστοί πολεμιστές ενώ οι νίντζα πήγαιναν σε όποιον πλήρωνε καλύτερα.
Δεν ήταν όμως μόνο οι νίντζα, καθώς οι δύο δυνάστες σογκούν έβαλαν στο στόχαστρο βουδιστές μοναχούς, χριστιανούς ιεραπόστολους και ευρωπαίους αποίκους. Οι νίντζα όμως δεν συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν απλώς, αλλά βασανίζονταν κιόλας, καθώς είχαν την τιμητική τους στο δολοφονικό μενού των Τογιοτόμι και Νομπουνάγκα. Οι οποίοι δεν σκότωσαν βέβαια όλους τους νίντζα, τους έστειλαν όμως μια και καλή στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.
Τη χαριστική βολή την έδωσαν οι δυο άρχοντες στον παράγοντα αποσταθεροποίησης της χώρας, όπως ονόμασαν τους σαϊνόμπι, όταν επιτέθηκαν στις βάσεις των νίντζα το 1581. Η αιφνιδιαστική αυτή εισβολή ανάγκασε τους μαχητές να δώσουν μάχη σε ανοιχτό πεδίο, με αποτέλεσμα να υποστούν πανωλεθρία και να διαλυθούν. Το συλλογικό τέλος των νίντζα είχε έρθει, αν και σποραδικές εμφανίσεις πληρωμένων φονιάδων με σχεδόν υπεράνθρωπες ικανότητες συνέχισαν να υφίστανται και στην Περίοδο Έντο, που έφερε την πολυπόθητη σταθερότητα και ειρήνη στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου…
Πηγή: Newsbeast.gr