Την αγάπησαν οι ιππότες του τάγματος του Αγίου Ιωάννη, την πολιόρκησαν οι Οθωμανοί, την ερωτεύτηκαν οι Ιταλοί. Αφήνοντας ο καθένας το δικό του σημάδι, όλοι μαζί δημιούργησαν μια πόλη μέσα στην πόλη, ένα πραγματικό κομψοτέχνημα οικιστικής ανάπτυξης.
Η Παλιά Πόλη της Ρόδου είναι ένας λαβύρινθος από στενά δρομάκια με μικρά σπίτια αλλά και επιβλητικά ιπποτικά κτίρια, κτισμένα τα περισσότερα τον 15ο και τον 16ο αιώνα, πλαισιωμένα από περίπου 35 μεσαιωνικές εκκλησίες και αρκετά τζαμιά, που με τους μιναρέδες τους δίνουν μια ανατολίτικη πινελιά.
Η UNESCO έχει συμπεριλάβει την πόλη στον Κατάλογο των πόλεων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς (World Heritage Towns) και λόγω αυτού, απαγορεύεται οποιαδήποτε μεταβολή στην όψη των σπιτιών και των κτιρίων, χωρίς την έγκριση της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Η πόλη αυτή αποτελεί ζωντανό κύτταρο της Ρόδου καθώς μέσα από τα τείχη της ζουν περίπου 6.000 άνθρωποι. Αυτήν την πόλη την ερωτεύεσαι, χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Ο έρωτας αυτός ουδόλως επηρεάζεται από την έντονη τουριστική εκμετάλλευσή της από εγχώριους και ξένους τουριστικούς επιχειρηματίες, που άρχισε πριν από πολλά χρόνια και συνεχίζεται ακάθεκτη και σήμερα.
Όμως τα τείχη, οι πύλες, οι πολεμίστρες, οι μισοσκότεινες στοές και τα πλακόστρωτα στενά της κρύβουν τόσες εκπλήξεις που ξεπερνούν τα μπλουζάκια με τα απίστευτης εμπνεύσεως συνθήματα και τα σουβενίρ.
Η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου άρχισε να διαμορφώνεται στο τελευταίο τέταρτο του 7ου αι. μ.Χ., πάνω στα λείψανα του προϋπάρχοντος ελληνιστικού οικισμού.
Το πρωτοβυζαντινό φρούριο στην ΒΑ πλευρά της σημερινής μεσαιωνικής πόλης κτίστηκε για να αντιμετωπιστούν οι αραβικές θαλάσσιες επιδρομές και διέθετε τείχος, προτείχισμα και τάφρο στη νότια, δυτική και βόρεια πλευρά του, ενώ προς ανατολάς υψωνόταν πάνω από τον αρχαίο λιμένα.
Σύγχρονο του φρουρίου είναι το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου μέχρι το ύψος του ορόφου και έπαιζε το ρόλο της ακρόπολης, δηλαδή ήταν το τελευταίο καταφύγιο των αμυνόμενων σε περίπτωση άλωσης των τειχών.
Στα τέλη του 11ου με αρχές 12ου αι. η οχύρωση διευρύνθηκε και περιέλαβε τον οικισμό που βρισκόταν εκτός των τειχών.
Μετά την έλευση των Ιωαννιτών ιπποτών, το 1309, οι οχυρώσεις της πόλης επεκτάθηκαν και τετραπλαστιάστηκε σε μέγεθος σε σχέση με τη βυζαντινή, αναπτυσσόμενη σε μια ημικυκλική περιοχή έκτασης 800.000 τ.μ. γύρω από το κεντρικό λιμάνι.
Η κατασκευή των νέων τειχών προσαρμόστηκε σταδιακά στις απαιτήσεις της εποχής, όπως είχαν διαμορφωθεί μετά τη γενικευμένη χρήση της πυρίτιδας και των πυροβόλων όπλων.
Οι επισκευές και τροποποιητικές παρεμβάσεις στην ροδιακή οχύρωση στη διάρκεια της Ιπποτοκρατίας αποτελούν σαφείς μαρτυρίες της παραπάνω εξέλιξης.
Οι νέες οχυρώσεις όριζαν τρεις γραμμές άμυνας, με τελευταίο το φρουριακό συγκρότημα του Παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου. Μεταξύ αυτού και του περιμετρικού τείχους υπήρχε μια ενδιάμεση αμυντική γραμμή, ένα τείχος που διαιρούσε την πόλη σε δύο άνισα μέρη.
Το βόρειο και μικρότερο τμήμα ονομαζόταν Κολλάκιο και προοριζόταν αποκλειστικά για τις δραστηριότητες των μελών του ιπποτικού τάγματος.
Κύριος άξονάς του ήταν η οδός Ιπποτών, η οποία ξεκινούσε από το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου και κατέληγε στην εκκλησία της Παναγίας του Κάστρου, ενώ στις δύο πλευρές του υψώνονταν ορισμένα από τα σπουδαιότερα ιπποτικά κτίσματα, ο Αγιος Ιωάννης του Κολλακίου, τα Καταλύματα των Γλωσσών, το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδας, το Νοσοκομείο και οι οικίες των αξιωματούχων του τάγματος.
Ο υπόλοιπος πληθυσμός κατοικούσε στο Μπούργκο.
Την περιοχή αυτή διέσχιζε ο φαρδύς δρόμος της Αγοράς που κατέληγε σε δύο πολύ σημαντικά κτίρια της εποχής, την Παναγία του Μπούργκου και τον Ξενώνα της Αγίας Αικατερίνης.
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου είναι τα τείχη της. Η περίμετρός τους είναι περίπου 4 χιλιόμετρα, με αμέτρητους πύργους και προμαχώνες.
Πάνω τους είναι σκαλισμένα τα οικόσημα των Ιπποτών που τα έχτισαν, τα βελτίωσαν ή τα υπερασπίστηκαν.
Η διάσημη οδός των Ιπποτών έχει αποκατασταθεί πιστά στη μορφή που είχε το Μεσαίωνα. Κατά μήκος της βρίσκονται τα καταλύματα των περισσοτέρων «γλωσσών», των εθνικών ομάδων, δηλαδή, που συγκροτούσαν το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη.
Κάθε «γλώσσα» είχε το δικό της κατάλυμα, κάτι μεταξύ λέσχης και ξενοδοχείου, όπου συγκεντρώνονταν τα μέλη (δεν έμεναν μόνιμα εκεί) και φιλοξενούνταν οι επίσημοι προσκεκλημένοι.
Στο ψηλότερο σημείο της οδού Ιπποτών βρίσκεται το Παλάτι του Μεγάλου Μάγιστρου, το Καστέλο όπως συνηθίζουν να το αποκαλούν οι Ροδίτες. Η πύλη του, με τη βαριά ξύλινη πόρτα και τους δυο τεράστιους πύργους, είναι μια από τις πιο κλασικές εικόνες της Ρόδου.
Ηταν ένα από τα πρώτα κτίρια που έφτιαξαν οι Ιππότες, και ολοκληρώθηκε το 1346. Το 1856 ισοπεδώθηκε από μια έκρηξη, για να αναστηλωθεί το 1939 από τον Ιταλό διοικητή της Δωδεκανήσου Cesare Maria de Vecchi. Αυτός στην κυριολεξία το ξαναέκτισε, κάνοντάς το πιο μεγάλο και πιο επιβλητικό απ’ ό,τι ήταν αρχικά.
Σήμερα το Παλάτι λειτουργεί ως μουσείο. Στον πρώτο όροφο υπάρχουν εκθέματα από την ιπποτική εποχή: έπιπλα, πολυέλαιοι, χαλιά, βάζα, αγάλματα, πανοπλίες, κομψοτεχνήματα. Στις αίθουσες του ορόφου αυτού, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει και τα ψηφιδωτά δάπεδα που μεταφέρθηκαν από τους Ιταλούς, κυρίως από κοσμικά και εκκλησιαστικά κτίρια της Κω, με σκοπό να διακοσμήσουν το Παλάτι.
Εκτός από τα εντυπωσιακά ψηφιδωτά, υπάρχουν επίσης κίονες και κιονόκρανα, έπιπλα μεσαιωνικά, καθρέπτες, πίνακες, κηροστάτες και άλλα αντικείμενα που συμπληρώνουν τον διάκοσμο του επιβλητικού οικοδομήματος. Στο υπόγειο υπάρχει πτέρυγα αφιερωμένη στην αρχαία Ρόδο, με ευρήματα από τις ανασκαφές που έγιναν στα μέσα του 20ου αιώνα στο Μανδράκι.
Σε τμήμα του ισογείου του Παλατιού, σε διαδοχικές αίθουσες, στεγάζεται η μόνιμη έκθεση της 4ης Εφορείας βυζαντινών αρχαιοτήτων με τίτλο «Η Ρόδος από την παλαιοχριστιανική εποχή μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522)». Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται ευρήματα των ανασκαφών που διεξήχθησαν στη Μεσαιωνική Πόλη (κεραμεικά, γλυπτά, αποτοιχισμένες τοιχογραφίες, φορητές εικόνες, έργα μικροτεχνίας κτλ.).
Κάτω από τα θεμέλια του Παλατιού του Μεγάλου Μάγιστρου οι αρχαιολόγοι τοποθετούν το ιερό του θεού Ήλιου, αρχαίου πολιούχου της Ρόδου.
Πολλοί υποστηρίζουν μάλιστα πως εδώ -και όχι στην είσοδο του λιμανιού- στεκόταν ο Κολοσσός της Ρόδου. Η παράδοση λέει πως το άγαλμα φαινόταν από τη θάλασσα και πως όταν έπεσε, καταπλάκωσε κτίρια.
Δείτε το βίντεο