Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου 2024
αληθινές ιστορίεςΗ γιαγιά μου με πέταγε στον δρόμο όταν ήμουν 3 ετών και...

Η γιαγιά μου με πέταγε στον δρόμο όταν ήμουν 3 ετών και όταν μεγάλωσα με έλεγε π@να – Η ιστορία της Τέτας

Το τελευταίο καιρό διαβάζω συνέχεια ιστορίες από αναμνήσεις με τις γιαγιάδες. Η αλήθεια είναι ότι ζηλεύω πολύ. Θα ήθελα και εγώ να έχω όμορφες αναμνήσεις αλλά δυστυχώς δεν είναι όλα όπως τα θέλουμε.

Έχω δύο υπέροχους γονείς αλλά δυστυχώς από παππούδες/γιαγιάδες δεν ήμουν καθόλου τυχερή.

Οι δύο μου παππούδες πέθαναν πριν προλάβουν να γνωρίσουν εγγόνια και η μία μου η γιαγιάκα έμενε μακριά και την έχασα όταν ήμουν στο γυμνάσιο.

Έτσι έμεινα με την άλλη μου γιαγιά, τον διάολο τον ίδιο. Βλέπετε είχε ασκήσει βέτο στον πατέρα μου ότι έτσι και παντρευόταν την κόρη της θα έπρεπε να μείνει και αυτή σπίτι στο σπίτι μαζί τους μιας και ήταν χήρα μόνη. Ακόμα και το όνομα μου το πήρα από αυτήν ενώ κανονικά έπρεπε να πάρω το όνομα της αλλης μου της γιαγιάκας. Αλλά αυτό ήταν που απαίτησε.

Τα δέχτηκε ο πατέρας μου όλα.

Οι πρώτες μνήμες που έχω είναι περίπου 3.5 ετών. Οι γονείς μου δούλευαν και με άφηναν σπίτι να με μεγαλώσει η μέγαιρα.

Όποτε ήθελε να πιει καφέ ή απλά βαριόταν να με νταντεύει ή είχα κάνει κάποια αταξία με πετούσε έξω από το σπίτι για να έχει το χρόνο της. Μπροστά σε κεντρικό δρόμο, με αμάξια να πηγαινοέρχονται σα τρελά…

Θα μπορούσα να είχα περάσει το πιο κεντρικό δρόμο της πόλης να πάω στη δουλειά της μητέρας μου που ήταν κοντά. Κάποια στιγμή βαρέθηκα και για πρώτη φορά αντί να ουρλιάζω υστερικά έξω από την εξώπορτα έφυγα ήρεμα 4 ετών και πήγα σε ένα γείτονα να ζητήσω βοήθεια.

Της χτύπησε το κουδούνι να ζητήσει εξηγηγήσεις και αυτή αντί να απολογηθεί θύμωσε ακόμα περισσότερο μαζί μου που τόλμησα να τη “ντροπιάσω” στον ξένο άνθρωπο. Αυτή είναι η πρώτη ανάμνηση της ζωής μου.

Λίγο αργότερα οι δικοί μου κατάφεραν και αγόρασαν καινούργιο σπίτι αλλά εκεί μας ήρθε πάλι πακέτο και αυτή. Πλέον είχε βρει άλλο τρόπο να με βασανίζει χωρίς να γίνεται ρεζίλι στη γειτονιά. Με στρίμωχνε σε μια γωνία, άναβε ένα σπίρτο και μου έλεγε με νεύρα “κάτσε κάτω να σε κάψω ζωντανή, και θα τα πω όλα στους γονείς σου, να δούμε ποιον θα πιστέψουν “. Ποτέ δεν είπα τίποτα γιατί πίστευα ότι έφταιγα.

Ήμουν απλά ένα παιδί 6 ετών. Δεν ήξερα. Δε μίλησα. Πολλές φορές με ξέχασε έξω από το σπίτι ψάχνοντας άλλες φορές να ζητήσω βοήθεια από τους καινούργιους γείτονες και άλλες φορές να προσπαθώ να προστατέψω το μικρό μου αδερφό που έτρεμε από το φόβο. Μόλις 6 ετών εγώ.

Στην εφηβεία μου πολλές φορές τη διώξαμε από το σπίτι αλλά πάντα γυρνούσε. Σε εμάς είχε τζάμπα διαμονή, τζάμπα σούπερ μάρκετ και λογαριασμούς και τζάμπα παραδουλευτρα τη μητέρα μου. Κάποια στιγμή πήγε ένα ταξίδι στο εξωτερικό και γυρνώντας έφερε στα ξαδέρφια μου γνήσιο ρολόι ρολεξ από Ελβετία και σε μένα με τον αδερφό μου μία σοκολάτα από το περίπτερο με ελληνικά γραμματα. Εγώ είπα ευχαριστώ, η μητέρα μου όμως έγινε άνω ποταμών. Ο μικρός μου αδερφός κάποια στιγμή στα 10 του τη χτύπησε δυνατά γιατί και αυτός δεν άντεξε άλλο. Δεν τόλμησε να τον ξανακακοποιήσει. Αλλά από τότε τα πράγματα έγιναν χειρότερα γιατί το μόνο άτομο που είχε να βασανίζει πλέον ήμουν εγώ, αυτή η μοναδική που έχει το όνομα της.

Στα 14 μου άρχισε να με αποκαλεί π..τ..να μόνο και μόνο γιατί πήγαινα στα Goody’s μαζί με τη φίλη μου από το θρανίο μου. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και μετά που ενηλικιώθηκα. Γενικά πέρασα εφηβεία πολύ ήπια, ακόμα και οι γονείς μου το παραδέχονται ότι τους ζόρισα λιγότερο από το φυσιολογικό.

Τελείωσα το λύκειο, πέρασα πανελλήνιες σε σχολή που ήθελα και οι γονείς μου να μου δείχνουν έμπρακτα πόσο υπερήφανοι ήταν για μένα.Μέχρι τότε όμως η γιαγιά μου φρόντιζε να μου κάνει κυριολεκτικά κόλαση τις εξόδους μου με τους φίλους μου και πολλές φορές αρνήθηκα να βγω για να μη γυρίσω σε ένα σπίτι με τη γκρίνια της.

Αφού έχω φύγει φοιτήτρια πλέον, ένα τριήμερο έχω επιστρέψει σπίτι να δω φίλους και γνωστούς. Οι γονείς μου κοιμήθηκαν στο εξοχικό μας εκείνο το βράδυ. Και εκείνο το βράδυ έγινε η ζωή μου μαρτύριο μόνο και μόνο γιατί τόλμησα γυναίκα πράμα να γυρίσω στις 6 τα χαράματα. Άκουσα τη γνωστή απειλή “θα τα πω όλα στους γονείς σου, να δεις εσύ”

Γυρίζει η μητέρα μου λίγες ώρες αργότερα και την πιάνω και της λέω “Γύρισα 6.20 το πρωί και μου έχει σπάσει τα νεύρα η μάνα σου ”
-Αστην σε μένα μου λέει.

Και πάει η μητέρα μου και της λέει ” Ακου να σου πω, η κόρη μου είναι τύπος και υπογραμμός σε όλα της, πέρασε πανελλήνιες, ήρθε να μας δει δίνει αναφορά που θα πάει και με ποιους, είναι σχεδόν 20 ετών και δε σου δίνω το παραμικρό δικαίωμα να έχεις γνώμη πάνω σε αυτό. Στη τελική σπουδάζει πολύ μακριά και που ξέρεις εσύ ή εγώ τι ώρα γυρίζει τα βράδια ή τα πρωινά σπίτι της?” Εκεί το βούλωσε και λίγο μετά ήρθε και το Αλτσχάιμερ.

Θυμάμαι να με ρωτάνε φίλοι για τη παιδική μου ηλικία και να αναφέρω ότι είχα πολλές όμορφες αναμνήσεις και πολύ όμορφη παιδική ηλικία και πάντα ανέφερα τα παιχνίδια που έκανα τα καλοκαίρια με τους φίλους μου αλλά κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι αυτές οι αναμνήσεις ήταν μόνο όταν αφήναμε το δαίμονα πίσω και περνούσα τις διακοπές αποκλειστικά οικογενειακά για 3 εβδομάδες το καλοκαίρι.

Τώρα που πέρασα τα 40 οι γονείς μου με ρωτάνε “γιατί δε μίλησες ποτέ?”

“Γιατί ήμουν παιδί” Αυτό λέω.

Τις προάλλες προσπάθησα να θυμηθώ έστω και μία όμορφη ανάμνηση μαζί της αλλά τελικά είχα μόνο μία ημέρα όμορφη μαζί της. Ειλικρινά ντρέπομαι που το λέω αλλά η πιο όμορφη ανάμνηση της ήταν η ημέρα της κηδείας της.

Ευτυχώς γλύτωσα στα 23 μου χρόνια όταν επιτέλους πέθανε. Τα παιδιά μου δε θέλω να δώσουν το όνομα μου στα εγγόνια μου. Ναι μου αρέσει το όνομα μου αλλά δεν της αξίζει να συνεχιστεί το όνομα της.

(προφανώς υπάρχουν πολύ περισσότερες άσχημες μνήμες από αυτά, απλά ανέφερα όσα βασικά θυμήθηκα τώρα)

Τέτα

Τα πιο σημαντικά