Η αντικοινωνική διαταραχή της προσωπικότητας είναι, σύμφωνα με όσα αναφέρουν ψυχίατροι και ψυχολόγοι στο ethnos.gr, το κύριο χαρακτηριστικό των ατόμων που προχωρούν σε κακοποίηση κάποιου ζώου. Δεν είναι δεδομένο ότι τα άτομα αυτά θα αναπτύξουν κάποια επιθετική ή ακόμα και κακοποιητική συμπεριφορά και σε βάρος ανθρώπου, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο. Το σίγουρο είναι ότι κάποια από τα άτομα που δολοφόνησαν ανθρώπους, έχουν στο παρελθόν προχωρήσει και σε κακοποίηση ζώου.
Ειδικότερα και σύμφωνα με τον ψυχίατρο – Επιμελητή Β’ της Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ, Γρηγόρη Καρακατσούλη, τα άτομα που προχωρούν σε κακοποίηση ζώου, δεν νιώθουν τύψεις για την πράξη τους. Επίσης, είναι πιθανό στο παρελθόν να έχουν πέσει και οι ίδιοι θύμα κακοποίησης.
«Τα άτομα που κακοποιούν ζώα, πάσχουν από αντικοινωνική διαταραχή της προσωπικότητας και μπορεί να προχωρήσουν και σε κακοποίηση ανθρώπου, χωρίς αυτό, βέβαια, να θεωρείται δεδομένο. Οι άνθρωποι αυτοί δε νιώθουν τύψεις γι’ αυτό που κάνουν. Είναι πιθανό να έχουν υποστεί και οι ίδιοι στο παρελθόν κάποια κακοποίηση από άνθρωπο. Επίσης, μπορεί να είναι άνθρωποι με σαδιστικά στοιχεία στην προσωπικότητά τους, δηλαδή με διάθεση να τυραννάνε κάποιο ζώο ή άνθρωπο ή μπορεί να έχουν παρεκκλίνουσα σεξουαλικότητα, αν η κακοποίηση που κάνουν είναι σεξουαλική. Είναι δεδομένο ότι, αν κάποιο άτομο δεν αντιμετωπίζει εσωτερικά θέματα, δε θα προχωρήσει σε κακοποίηση ζώου», αναφέρει στο ethnos.gr o κ. Καρακατσούλης.
Κατά τον ίδιο, δεν είναι πάντοτε εύκολο να καταλάβει κάποιος ότι ένα άτομο αντιμετωπίζει θέμα αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας. Ιδίως αν το άτομο αυτό έχει υψηλό IQ.
«Το ίδιο συμβαίνει σε περίπτωση που υπάρχει δυσλειτουργία σεξουαλικού τύπου, δηλαδή κάποια παραφιλία. Η σεξουαλική ζωή των ανθρώπων είναι κρυμμένη, καλυπτόμενη από ταμπού. Άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας μπορεί να έχει μία πολύ καλή συμπεριφορά με τον κόσμο», λέει ο ψυχίατρος.
Ο ίδιος αναφέρεται και σε μελέτες, οι οποίες συνδέουν την κακοποίηση ζώων με νυχτερινή ενούρηση ή έφεση σε εμπρησμό κατά την παιδική ηλικία.
«Μπορεί να ευχαριστιέται με αυτό που κάνει»
Στο θέμα της αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας στέκεται και ο κλινικός ψυχολόγος – ψυχοθεραπευτής Γιώργος Παπαγεωργίου. Ο ίδιος αναφέρει ότι σε κακοποίηση ζώου μπορεί να προχωρήσει κάποιο άτομο που έχει υποστεί ψυχολογικό τραύμα ή έχει νοητική στέρηση.
«Τα άτομα με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας μπορεί να παίρνουν και ευχαρίστηση, όταν κακοποιούν κάποιο ζώο. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ενσυναίσθηση, δεν μπορούν να νιώσουν τα συναισθήματά τους και κυρίως τα συναισθήματα των άλλων. Ακολουθούν την παρόρμησή τους χωρίς πολύ σκέψη. Δε θέλουν η παρόρμησή τους να περιορίζεται σε κάποιες κοινωνικές νόρμες και αυτό αισθάνονται ότι τους απελευθερώνει. Συνήθως δρουν στο περιθώριο κοινωνικά αλλά μπορεί να είναι καλοί οικογενειάρχες ή πετυχημένοι στη δουλειά τους», αναφέρει στο ethnos.gr ο κ. Παπαγεωργίου.
Κατά τον ίδιο, περισσότερο οι άντρες προχωρούν σε κακοποίηση ζώου, ενώ δε σημαίνει ότι, όταν κάποιος προχωρήσει σε μία τέτοια πράξη, είναι απαραιτήτως ικανός να δολοφονήσει και άνθρωπο.
«Δε σε κάνει απαραιτήτως δολοφόνο ανθρώπου η κακοποίηση ζώου, όμως, μπορεί το παρελθόν κάποιου δολοφόνου να περιέχει και κακοποίηση ζώου. Σε κάθε περίπτωση ο ψυχολόγος ή ο ψυχίατρος θα πρέπει να έχει τα μάτια του ανοιχτά, αφού κάποιο άτομο που προχωρεί σε κακοποίηση ζώου, μπορεί να πάσχει και από μία μεγαλύτερη διαταραχή. Ένας άνθρωπος που κακοποιεί ζώα μπορεί να γελάει εύκολα και να έχει αρκετές φιλίες, όμως, θα υπάρχει σε αυτές κάποιο ωφελιμιστικό κομμάτι, δηλαδή θα θέλει να κερδίσει κάτι από τις φιλίες του», λέει ο κ. Παπαγεωργίου.
Κατά τον ίδιο, μπορεί να υπάρχουν και κάποια κίνητρα, για να κακοποιήσει κάποιος ένα ζώο, όπως, για παράδειγμα, κτηνοτρόφος να σκοτώσει ένα λύκο, αν νιώσει ότι κινδυνεύει το κοπάδι του.
«Σε αυτήν την περίπτωση δε μιλάμε για διαταραχή αλλά για τα χειρότερα επίπεδα της ανθρώπινης φύσης. Οι γραμμές είναι πολύ λεπτές και δεν μπορούμε να πούμε κάτι με σιγουριά, αφού για κάθε κακοποιητή ζώου μπορεί να υπάρχουν διάφορα κίνητρα, όπως οικονομικά, ψυχιατρικά και άλλα», καταλήγει ο κ. Παποαγεωργίου.