Πέρασε μέσω πλειστηριασμού στην Ελληνικά Γαλακτοκομεία της οικογένειας Σαράντη
Στον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία, συμφερόντων οικογένειας Σαράντη, πέρασαν – μέσω πλειστηριασμού, που πραγματοποιήθηκε σήμερα – οι εγκαταστάσεις της ΑΓΝΟ, αλλά και το σύνολο των εμπορικών σημάτων της.
Σύμφωνα με πληροφορίες από το περιβάλλον της ΑΓΝΟ, το τίμημα για την απόκτηση της εταιρείας ανήλθε στην περιοχή των 7,73 εκατ. ευρώ, στα επίπεδα του κατώτατου τιμήματος του πλειστηριασμού. O όμιλος Ελληνικά Γαλακτοκομεία της οικογένειας Σαράντη ήταν ο μόνος που κατέθεσε προσφορά.
Ο πλειστηριασμός διενεργήθηκε στο γραφείο της εισηγήτριας των πτωχεύσεων του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
Ειδικότερα, η διοίκηση της Ελληνικά Γαλακτοκομεία ΑΕ ανακοίνωσε ότι μετά το σημερινό άνοιγμα των σχετικών προσφορών είναι η νικήτρια του διαγωνισμού για την απόκτηση της ιστορικής γαλακτοβιομηχανίας ΑΓΝΟ. «Πιστοί στη φιλοσοφία μας για ανάπτυξη μέσα από συνεχείς επενδύσεις με όπλα την ποιότητα και την καινοτομία, είμαστε βέβαιοι ότι η ΑΓΝΟ θα ξαναγίνει μια σύγχρονη επιχείρηση με τα προϊόντα της να καταλαμβάνουν τη θέση που τους αξίζουν στις προτιμήσεις των καταναλωτών» σημειώνεται στην ίδια ανακοίνωση.
Η αφετηρία και η διαδρομή της
Η ΑΓΝΟ έγραψε τη δική της ιστορία για επτά, σχεδόν, δεκαετίες, κατά τη διάρκεια των οποίων κατάφερε να μπει σε κάθε ελληνικό σπίτι. Από το 1950 που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη ως συνεταιριστική επιχείρηση (της Ένωσης Αγελαδοτροφικών Συνεταιρισμών Θεσσαλονίκης) ενώ πέντε χρόνια μετά, το 1955, έγινε η πρώτη βιομηχανία παστερίωσης και εμφιάλωσης γάλακτος στην Β. Ελλάδα.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισε η ανέγερση του νέου εργοστασίου της στο Λαγκαδά με την ΑΓΝΟ στη συνέχεια να πετυχαίνει «τρίποντα», όπως πιστοποιούσε και το σποτ με τον Νίκο Γκάλη να διαφημίζει το γάλα της.
Από τα τέλη του 1990 έως το 2000, με «όπλο» το ευρύτατο δίκτυο διανομής, αλλά και την υιοθέτηση της συσκευασίας Tetratop της Tetrapak (για την προστασία του γάλακτος και της υψηλής διατροφικής αξίας των συστατικών του) η εταιρεία είχε κατακτήσει κυρίαρχη θέση στην αγορά.
Ένα νέο «κεφάλαιο» άρχισε να γράφεται το 2003, όταν πέρασε στα χέρια της «Κολιός» που κατέθεσε στον τότε διαγωνισμό της Αγροτικής Τράπεζας τη μοναδική προσφορά. Η ΑΓΝΟ δόθηκε καθαρή από την ΑΤΕ στο νέο της ιδιοκτήτη ο οποίος την πήρε τότε πληρώνοντας προκαταβολή 1,2 εκατ. ευρώ και λαμβάνοντας δάνειο άλλα 10 εκατ. ευρώ από την ίδια την τράπεζα. Όπως υποστηρίζει η «Κολιός» για την εξαγορά έδωσε 12,25 εκατ. ευρώ και την περίοδο 2004-2011 έριξε άλλα 35 εκατ. ευρώ σε επενδύσεις εκσυγχρονισμού του παραγωγικού εξοπλισμού και άλλα 12 εκατ. σε αυξήσεις κεφαλαίου.
Ωστόσο, σε αυτή τη δεκαετία η ιστορική εταιρεία δεν κατάφερε να παρουσιάσει ούτε μια κερδοφόρο χρήση. Αντίθετα, φορτώθηκε με νέα χρέη τα οποία πλέον δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν. Έτσι, μοιραία άρχισε η «κάθοδος», με προβλήματα πληρωμών προς τους παραγωγούς, «φέσια» στους προμηθευτές και συσσώρευση ζημιών. Η «Κολιός» απέδωσε την κατάρρευση στην τεράστια ανατίμηση του αγελαδινού γάλακτος, στην αδυναμία άντλησης ρευστότητας από τις τράπεζες καθώς και στην έλλειψη δυνατότητας περαιτέρω χρηματοδότησης.
Οι εργαζόμενοι, ωστόσο, έκαναν λόγο για απαξίωση της εταιρίας, κλείσιμο του τυροκομείου και του τμήματος παραγωγής βουτύρου, παραγωγή γιαουρτιού για την Κολιός και διανομή των προϊόντων της με μέσα της ΑΓΝΟ και γενικά για μια περίεργη σχέση μεταξύ των δύο εταιρειών.
Σε μια τελευταία προσπάθεια διάσωσης, η γαλακτοβιομηχανία υπέβαλε το 2012 αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99, που απορρίφθηκε. Έτσι, οδηγήθηκε σε πτώχευση, υπό το βάρος οφειλών ύψους περίπου 50 εκατ. ευρώ.
Με βάση τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό της εταιρείας για τη χρήση του 2012, αν και ο τζίρος έφτανε τα 65,1 εκατ. ευρώ, το καθαρό αποτέλεσμα ήταν ζημίες ύψους 7,7 εκατ. ευρώ, με τις συσσωρευμένες ζημίες να διαμορφώνονται σε 38,75 εκατ. ευρώ και το σύνολο των υποχρεώσεων σε 49,4 εκατ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάρρευση της ΑΓΝΟ ήταν το φινάλε σε ένα «σήριαλ» με πολλά επεισόδια, αλλά και αναπάντητα ερωτήματα. Και τούτο γιατί το «ναυάγιο» της θεωρήθηκε κάπως παράδοξο, καθώς ακόμη και την ώρα που κατέβαζε ρολά διατηρούσε σημαντικά μερίδια αγοράς στη Β. Ελλάδα.
Με πληροφορίες από newmoney.gr