Τριάντα και χρόνια από την κρίση του 1987 στο Αιγαίο και ελάχιστα έχουν αλλάξει σε ό,τι αφορά την τουρκική προκλητικότητα.
Τουναντίον, οι τελευταίοι μήνες είναι ιδιαίτερα θερμοί και η επιθετικότητα των γειτόνων έχει μετατρέψει σε «διακεκαυμένη ζώνη» το Αιγαίο.
Του Αιμίλιου Περδικάρη
Σε σχέση με τότε, ωστόσο, υπάρχει μια βασική διαφορά: η ελληνική ηγεσία. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος χειρίστηκε με αριστοτεχνικό τρόπο την κρίση το 1987, έβαλε ουσιαστικά τέλος στα σχέδια των Τούρκων πριν ακόμη τα ξεδιπλώσουν στο Αιγαίο. Ελάχιστοι, ωστόσο, διδάχθηκαν από την πολιτική διαχείριση αυτής της κρίσης…
Το πλαίσιο
Την εποχή εκείνη, στην Αθήνα κυριαρχούσαν οι αντιδράσεις της Εκκλησίας λόγω του νομοσχεδίου Tρίτση για την εκκλησιαστική περιουσία. «Λαοσυνάξεις» αντίστοιχες με αυτές της εποχής Σημίτη για τις ταυτότητες και μία παράλογη απόφαση από τη θρησκευτική ηγεσία να μην εορταστεί η εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου μαζί με την πολιτική ηγεσία.
Έξι ημέρες νωρίτερα, είχαν αρχίσει να χτυπούν «τύμπανα πολέμου» στο Αιγαίο. Αφορμή ήταν η ανακοίνωση του υπουργού Βιομηχανίας, Σάκη Πεπονή για συμμετοχή του Δημοσίου στην κοινοπραξία των ξένων εταιρειών που με επικεφαλής την καναδική Denison εκμεταλλευόταν τα πετρέλαια της Θάσου. Είχε προηγηθεί η απόφαση της εταιρείας να προχωρήσει σε γεώτρηση στη θέση Μπάμπουρας Πρίνου, έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα, αλλά πάνω στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Τότε ήταν που βγήκε στο Αιγαίο – σε ελληνικά χωρικά ύδατα – το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Πίρι Ρέις», συνοδευόμενο από δυο πολεμικά του τουρκικού Ναυτικού. Τέσσερις μέρες αργότερα, ο μόνιμος διπλωματικός αντιπρόσωπος της Τουρκίας στον ΟΗΕ έστειλε στον γενικό γραμματέα του Οργανισμού έγγραφο, καταγγέλλοντας την Ελλάδα για παραβίαση του Πρωτοκόλλου της Βέρνης (σ.σ.: είχε συνομολογηθεί μεταξύ Κωνσταντίνου Καραμανλή και Μπουλέντ Ετζεβίτ και προέβλεπε την αποχή ερευνών από αμφισβητούμενες περιοχές).
Η Τουρκία κλιμάκωσε την επίθεση στην Ελλάδα. Κατέθεσε έγγραφα σε ΝΑΤΟ και ΕΟΚ, με τα οποία υποστήριζε ότι η Ελλάδα οχύρωσε παρανόμως τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, ότι διεκδικούσε το εναέριο χώρο 10 μιλίων και ότι ήθελε να μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη, προειδοποιώντας ουσιαστικά με σύρραξη.
Η αρχή της κρίσης
Ανήμερα 25ης Μαρτίου, το τουρκικό υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε απόφαση χορήγησης αδειών για έρευνες έξω από τα χωρικά ύδατα της Τουρκίας, στο Βόρειο Αιγαίο, αμέσως μετά την ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη (σ.σ.: 6 μίλια από τις ακτές). Μία μέρα αργότερα, το «Σισμίκ» βγήκε στο Αιγαίο, με την Τουρκία να δηλώνει ότι οποιαδήποτε παρενόχληση από ελληνικά σκάφη θα οδηγούσε σε αντίποινα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου καλεί έκτακτη σύσκεψη στο Καστρί. Δίνει εντολή στις Ένοπλες Δυνάμεις για απάντηση σε περίπτωση που οι Τούρκοι προχωρήσουν στις έρευνες, με 60 πλοία του Πολεμικού Ναυτικού να βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα στα νερά του Αιγαίου, ενώ έστειλε αυστηρό και ξεκάθαρο μήνυμα προς την αμερικανική πλευρά, η οποία είχε πάρει θέση υπέρ της Τουρκίας: «Κλείνουμε την αμερικανική βάση της Νέας Μάκρης».
«Οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν ότι τα προβλήματα του Αιγαίου εμπεριέχουν σοβαρά θέματα και για τις δυο χώρες. Εκφράζουμε την λύπη μας για την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ των δυο φίλων και συμμάχων χωρών και συνιστούμε και προς τις δυο πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν ενέργειες ή δηλώσεις που θα μπορούσαν να οξύνουν την κατάσταση», αναφέρει την ίδια στιγμή το… μεσοβέζικο ανακοινωθέν του State Department.
Η Τουρκία εντείνει τις προκλήσεις της, με παραβιάσεις των χωρικών υδάτων στο Καστελόριζο και ο Ανδρέας Παπανδρέου δίνει νέα εντολή στις Ένοπλες Δυνάμεις για πλήρη ετοιμότητα. Η προετοιμασία θυμίζει πόλεμο: Στον Έβρο εκκενώθηκαν παραμεθόρια χωριά. Τα στρατιωτικά νοσοκομεία προετοίμασαν τα χειρουργεία τους. Έφεδροι κλήθηκαν να παρουσιαστούν. Μαχητικά «έσκιζαν» τον αέρα και ήταν οπλισμένα, έτοιμα να απογειωθούν εντός τριών λεπτών από τις βάσεις τους. Τα αντιαεροπορικά πυροβόλα στα νησιά διατάχθηκαν να χτυπήσουν κάθε εχθρικό στόχο. Το Πολεμικό Ναυτικό ανοίχθηκε στο Αιγαίο σε τάξη μάχης. Την ίδια στιγμή, οι εφημερίδες κάνουν λόγο για πόλεμο και στιγμές από το 1974 με τον «Αττίλα» στην Κύπρο, η γενική επιστράτευση θεωρείται θέμα ωρών, τα δημόσια μέσα μεταφοράς επιτάσσονται και τα σούπερ μάρκετ αδειάζουν…
Τουρκία: «Θα κάνουμε πίσω αν…»
Στις 27 Μαρτίου, η Τουρκία αφήνει να εννοηθεί ότι θα κάνει πίσω, εάν η Ελλάδα αποδεχθεί τη συμμόρφωση με το Πρωτόκολλο της Βέρνης και προτείνει επανάληψη των διμερών διαπραγματεύσεων για το Αιγαίο. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ωστόσο, δεν υποχωρεί. Στέλνει νέα μηνύματα προς τους Αμερικανούς, τονίζοντας με νόημα ότι δεν ήταν τυχαία η σχεδόν ταυτόχρονη επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού, Τουργκούτ Οζάλ στις ΗΠΑ και η αντίστοιχη επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Κάσπαρ Ουάινμπεργκερ στην Τουρκία. Δηλώνει επίσης ότι το Πρωτόκολλο της Βέρνης ήταν ανενεργό και προτείνει παραπομπή της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Πράγματι, όπως κατέδειξαν τα αποχαρακτηρισμένα ντοκουμέντα του Αμερικανικού Πενταγώνου το 2007, υπήρξε συνεργασία των ΗΠΑ με την τουρκική κυβέρνηση, ενώ ο ίδιος ο Ουάινμπεργκερ προέβλεπε «πόλεμο λίγων ημερών στο Αιγαίο», αποκαλώντας «ελληνικό πρόβλημα» την κρίση. Είχε αποστείλει μάλιστα απόρρητο τηλεγράφημα στις 21 Μαρτίου, στο οποίο εξέθετε αναλυτικά τους σχεδισμούς του…
Ανδρέας στο Υπουργικό: «Η Ελλάδα δεν είναι ούτε θα γίνει ηττημένη»
Η ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου στην έκτακτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν αποκαλυπτική – εξ ου και παρατίθενται αυτούσιες:
«Δεν επιζητούμε επιδαιτησία, αλλά σαφώς θέτουμε και το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες ενώπιον των ιστορικών τους ευθυνών. Είναι φυσικό να απευθυνθούμε και στην Ατλαντική Συμμαχία και ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες και να τονίσουμε ότι αυτές επωμίζονται την ευθύνη για τις εξελίξεις στο Αιγαίο. Διότι όχι μόνο στηρίζουν με ανερχόμενο ρυθμό τη στρατιωτική δύναμη της Τουρκίας, αλλά ανέχονται και καλύπτουν -όπως είναι η περίπτωση του κατοχικού στρατού στη Βόρεια Κύπρο- ακόμα και τις έκνομες πράξεις της Τουρκίας.
Θα πρέπει να είναι σαφές ότι, σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής με την είσοδο του «Σισμίκ» στο Αιγαίο, θα υπάρξει καταλυτική αλλαγή και στο χώρο των Βαλκανίων, αλλά πιστεύω και σε αυτό ακόμη το σύστημα άμυνας των Δυτικών, δηλαδή του ΝΑΤΟ. Οι επιπτώσεις θα είναι καταλυτικές. Δεν είναι δυνατόν να συνομιλούμε για τη Φωνή της Αμερικής, δεν είναι δυνατόν να δεχόμεθα πρόσκληση, την οποία ακόμα επίσημα δεν έχουμε, να συζητήσουμε το μέλλον των στρατιωτικών σχέσεων Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών, όταν υπάρχει πράσινο φως προς την Τουρκία να προχωρήσει στα ατοπήματα, τα οποία περικλείουν έναν τεράστιο κίνδυνο και για την Τουρκία και για την Ελλάδα και για τα Βαλκάνια, τουλάχιστον.
Και θα ήθελα επίσης να πω ότι ο υπουργός των Εξωτερικών, Κάρολος Παπούλιας συναντάται σήμερα με τον πρόεδρο της Βουλγαρίας, Τεόντορ Ζίβκοφ, μεταφέροντάς του ένα σοβαρό μήνυμα από πλευρά μου. Όπως γνωρίζετε, υπάρχει συμφωνία μη επιθέσεως, η οποία επιβάλλει αυτή την ώρα την παράδοση ενός τέτοιου μηνύματος από τον υπουργό Εξωτερικών προς τον Τεόντορ Ζίβκοφ, με τον οποίο με συνδέει βεβαίως στενή προσωπική φιλία.
Εάν η κρίση αυτή αποτελεί μεθόδευση για να μας υποχρεώσουν να πάμε σε τραπέζι διαπραγματεύσεων εφ’ όλης της ύλης, εάν αυτός είναι ο στόχος τους, δεν πρόκειται η κυβέρνηση αυτή να το δεχθεί, να υποκύψει. Θα ήθελα αυτό το μήνυμα να είναι ξεκάθαρο. Πολιτικό διάλογο για άλλα θέματα, πλην του νομικού θέματος της υφαλοκρηπίδας, δεν είναι δυνατόν να κάνουμε με την Τουρκία, γιατί είναι όλα πολιτικά θέματα και αφορούν αποκλειστικά ποια κυριαρχικά δικαιώματα θα παραχωρήσει η Ελλάδα στην Τουρκία. Αυτό δεν λέγεται διάλογος. Αυτό είναι μήνυμα προς ηττημένο. Και δεν δεχόμεθα τέτοια μηνύματα. Ούτε είναι ηττημένη η Ελλάδα ούτε πρόκειται να είναι ηττημένη».
Το μήνυμα Ανδρέα στο ΝΑΤΟ και η «πυροσβεστική» παρέμβαση
Ήταν σαφές ότι όλα έδειχναν πόλεμο, από τη στιγμή που η Τουρκία είχε ήδη αποφασίσει την έξοδο του «Σισμίκ» την επόμενη μέρα στο Αιγαίο. Και όπως έχει δηλώσει ότι μετέφερε στον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννης Καψής, «στις 11:30 το πρωί της επομένης μέρας οι στόλοι των δυο χωρών, της Ελλάδας και της Τουρκίας, θα διασταύρωναν τα πυρά τους, ανατολικά της Θάσου. Δεν υπήρχε το παραμικρό ενδεχόμενο να υποχωρήσουμε. Ο στόλος μας βρισκόταν ήδη στο Αιγαίο σε τάξη μάχης, με ρητές εντολές να εμποδίσουν κι έν ανάγκη να βυθίσουν το «Σισμίκ». Και οι εντολές αυτές δεν μπορούσαν πια ν’ αλλάξουν. Είχε ήδη επιβληθεί «σιγή ασφαλείας» και δεν υπήρχε επικοινωνία με τα πλοία μας. Η μόνη λύση ήταν, να μη μας προκαλέσει η Τουρκία».
Στόχος του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν μέσα από αυτές τις επιδέξιες κινήσεις να «εμπλέξει» στην κρίση και το ΝΑΤΟ, το οποίο φοβόταν τότε μην καταρρεύσει η συμμαχία στην νοτιοανατολική Ευρώπη και δεν είχε το περιθώριο να υποχωρήσει, λόγω της επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Παράλληλα, οι συμφωνίες που έκανε ο πρωθυπουργός με τη Βουλγαρία έδειχναν σε όλους ότι η Ελλάδα δεν ήταν μόνη στα Βαλκάνια. Η Βουλγαρία, άλλωστε, είχε δηλώσει επισήμως ότι θα κατέρριπτε τα τουρκικά αεροσκάφη που θα παραβίαζαν τον εναέριο χώρο της, ενώ είχε μετακινήσει τεθωρακισμένα στα σύνορά της με την Τουρκία.
Θέση είχαν πάρει, άλλωστε, υπέρ της διατήρησης της ειρήνης και κατά των τουρκικών προκλήσεων η Σοβιετική Ένωση και οι χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Όπως βεβαιώνει ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του τότε πρωθυπουργού, «ο Ανδρέας ήξερε να παίζει με τα δίπολα. Αν χρειαζόταν, όμως, μπορούσε να παίζει και με τα δίδυμα». Και αυτό, διότι η συμφωνία με τη Βουλγαρία ήταν η πρώτη – και μοναδική – ανάμεσα σε μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και μία χώρα-μέλος του Συμφώνου της Βαρσοβίας!
Όταν οι Τούρκοι σάλπισαν υποχώρηση…
Τελικά, υπό την απειλή γενικότερης σύρραξης, ο Τούρκος πρωθυπουργός έκανε πίσω και ανακοίνωσε σε συνέντευξή του στο BBC ότι το «Σισμίκ» δεν θα έβγαινε στο Αιγαίο. Παράλληλα, αποδέχθηκε τη διαμεσολάβηση του ΝΑΤΟ, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να διαμηνύει πως η Ελλάδα δεν θα δεχόταν πολιτικές συνομιλίες επί νομικού ζητήματος, όπως ήταν η υφαλοκρηπίδα, αλλά «θα εκτιμούσε απόλυτα και θα συνέβαλε στις προσπάθειες του για αποκλιμάκωση της κρίσης».
… και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μιλά για «εθνική μειοδοσία»!
Το ίδιο πρωί, ο Ανδρέας Παπανδρέου συγκαλεί Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δηλώνει: «Στον πρωθυπουργό συνέστησα προσεκτικούς χειρισμούς και του είπα ότι, κατά την άποψή μου, η Ελλάδα πρέπει να επωφεληθεί από την προθυμία του λόρδου Κάρινγκτον (σ.σ.: γ.γ. του ΝΑΤΟ) στο να αναλάβει κάποια πρωτοβουλία που θα βοηθήσει στους περαιτέρω χειρισμούς του προβλήματος. Σχετικά με το κλείσιμο της Νέας Μάκρης, πιστεύω ότι πρόκειται για προσωρινό μέτρο, το οποίο αναφέρεται μόνο στις λίγες ημέρες που θα διαρκέσει η κρίση».
Το κλείσιμο της βάσης της Νέας Μάκρης χαιρέτισαν Χαρίλαος Φλωράκης, Λεωνίδας Κύρκος, αλλά και ο Κωστής Στεφανόπουλος. Η απόφαση, ωστόσο, ανακαλείται το ίδιο απόγευμα, μετά τις δηλώσεις Οζάλ, και η βάση ανοίγει ξανά.
Μία μέρα αργότερα, ο κ. Μητσοτάκης με νέες δηλώσεις του καλεί την κυβέρνηση να διαψεύσει ότι δεσμεύθηκε να περιορίσει το εθνικό κυριαρχικό δικαίωμα ερευνών στα έξι μίλια σε ολόκληρη την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου.
Και συνεχίζει: «Προκαταρκτικός όρος της κουβέντας που θα κάνω εγώ ως πρωθυπουργός της χώρας με τους Τούρκους είναι ότι το τμήμα εκείνο της υφαλοκρηπίδας που ουδέποτε στο παρελθόν αμφισβητήθηκε από τους Τούρκους, έξω βέβαια από τα χωρικά μας ύδατα, θα το εκμεταλλευθούμε αμέσως. Αυτή είναι η εθνική θέση. Όλα τα υπόλοιπα είναι εθνική μειοδοσία».
Η «απάντηση» των Αμερικανών
Στο αν οι κινήσεις Παπανδρέου ήταν «εθνική μειοδοσία», απαντούν τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA που δόθηκαν στη δημοσιότητα τον περασμένο Γενάρη. Οι Αμερικανοί αποκαλύπτουν ότι η κρίση του 1987 δεν ήταν πλασματική. Πολλώ δε μάλλον, δεν ήταν μια προπαγάνδα του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά πρόβα πολέμου.
Ενός πολέμου, ο οποίος είναι αλήθεια ότι έχει αποτυπωθεί στη μνήμη των Ελλήνων ως ένας πόλεμος που πράγματι κέρδισε η ελληνική πλευρά, χωρίς να χρειαστεί να ξεκινήσει ποτέ, με την απεμπλοκή να έρχεται και επίσημα στις 31 Μαρτίου.
Λίγους μήνες αργότερα, υπογράφεται η συμφωνία του Νταβός από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Τουργκούτ Οζάλ, που δεσμεύει έως σήμερα Αθήνα και Άγκυρα να απέχουν των ερευνών στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου, μέχρι να επιλυθεί το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας των δύο χωρών.