Τετάρτη, 11 Δεκεμβρίου 2024
ΕλλάδαΓια να μην αναρωτηθείς ξανά πώς ένα καλό παιδί χτυπά, βιάζει, σκοτώνει…

Για να μην αναρωτηθείς ξανά πώς ένα καλό παιδί χτυπά, βιάζει, σκοτώνει…

«Μα, ήταν ένα πολύ καλό παιδί», «Δεν είχε δώσει ποτέ δικαίωμα..», «Ήταν από καλή οικογένεια…» και πόσες άλλες τέτοιες φράσεις δεν έχουμε ακούσει σωρηδόν, όταν αποκαλύπτεται μία τραγική ιστορία, ένα έγκλημα.

Το παρακάτω κείμενο θα μπορούσε να έχει γραφτεί από μία εκπαιδευτικό, η οποία στην πορεία της καριέρας της έχει αντιμετωπίσει πολλά περιστατικά με τα παιδιά.

Ένα κείμενο – γροθιά στο στομάχι που αποκαλύπτει, ότι το πώς μεγαλώνουμε και χειριζόμαστε τα παιδιά ως γονείς μπορεί να καθορίσει την μετέπειτα συμπεριφορά τους.

«Θα σου πω όλη την ιστορία, από την αρχή. Για να μην αναρωτηθείς ξανά πώς ένα καλό παιδί καταλήγει να κλωτσάει στο κεφάλι έναν άνθρωπο πεσμένο στο έδαφος, να σκοτώνει έναν σκύλο, να βιάζει μια γυναίκα, να σκοτώνει έναν άνθρωπο .

Όλα ξεκίνησαν όταν τα αγόρια σου ήταν δύο- τριών χρονών. Είχατε πάει βόλτα σε μια καφετέρια. Και τα είδες να μαδάνε την γλάστρα του μαγαζιού και να γεμίζουν τον τόπο χώματα και σκέφτηκες πως αυτό το παιχνίδι θα τα απασχολήσει για λίγο και ήπιες μια ακόμα γουλιά εσπρέσο. Και όταν ο σερβιτόρος προσπάθησε να τους μιλήσει, έγινες έξαλλη που ανακατεύεται με ξένα παιδιά.

Και τότε που πετούσανε πετρούλες στην παραλία επάνω σε μια κοπέλα και εκείνη σε στραβοκοίταξε και σκέφτηκες πως δεν έχει ιδέα από παιδιά, η κακομαθημένη!

Ίσως να φταίει και εκείνη η πρώτη φορά που ο μικρός άρπαξε το φτυαράκι από το χέρι ενός παιδιού, στο πάρκο κι εσύ έκανες ότι δεν είδες. Και μεταξύ μας, καμάρωσες που το παιδί σου είναι διεκδικητικό.

Και όταν το παιδάκι αντέδρασε, το χτύπησε με το φτυάρι στο κεφάλι. Και κατά βάθος το ευχαριστήθηκες.

Φταίει που μετά, στο νηπιαγωγείο, εσύ ο περήφανος μπαμπάς, συμβούλεψες τα μικρά να ρίχνουν και από καμία ψιλή, αν χρειαστεί (αλλά μόνο αν χρειαστεί, δεν είσαι παράλογος), γιατί δεν είναι τίποτα φλώροι. Και κάθε που η δασκάλα προσπαθούσε να σου μιλήσει, την έβγαζες τρελή και έλεγες ότι τα έχει βάλει στο μάτι.

Και τότε που ο μικρός έσπασε τα τουβλάκια στο σχολείο και σας ζήτησε να τα αντικαταστήσετε, χάιδεψες την φράντζα του και είπες να μην ανησυχεί. Η μαμά θα πάρει καινούρια. Και τον έλουσες φιλιά και δεν είπες τίποτα άλλο. Και φεύγοντας, του πήρες παγωτό, σίγουρη ότι θα είχε μια δύσκολη μέρα, στα χέρια της.

Και μετά, στο δημοτικό, που τα αγόρια έπαιζαν μπάσκετ με την παρέα τους και ήρθε εκείνος ο μικρός, ο Γιωργάκης, που έχει νανισμό. Και τα αγόρια δεν ήταν πρόθυμα να χάσουν το παιχνίδι, για ένα μπασμένο.

Και τον έδιωξαν, τον κορόιδεψαν, και του πέταξαν την τσάντα. Και όταν σου εξιστόρησε το περιστατικό ο διευθυντής, εσύ, μπαμπά, καμάρωσες, γιατί τα αγόρια σου είχαν γίνει σκληρά αντράκια. Και είπες ότι φταίει ο Γιωργάκης που το πήρε κατάκαρδα, χωρίς λόγο. Μάλλον δεν είναι δυνατός χαρακτήρας, σαν τα δικά σου.

Και έπειτα, στο γυμνάσιο, που ήρθε στην τάξη η Ελένη. Και ήταν ένα ανεπτυγμένο κορίτσι, σωστή γυναίκα. Και ο μεγάλος την γούσταρε. Και του είπες ότι οι γκόμενες θέλουν και λίγο νταηλίκι. Και εκείνος το πήρε το μήνυμα (είχε χρόνια καταλάβει πώς να είναι σωστός γιος για σένα ) και την στρίμωξε στις τουαλέτες.

Και την έβγαλε φωτογραφίες και τις έδειξε στην τάξη. Και όταν βρέθηκες μπροστά στους εξαγριωμένους γονείς της, τους είπες ότι έτσι είναι τα αγόρια, γεμάτα ορμόνες και ανώριμα. Και αν δεν θέλουν προβλήματα, να της μάθουν να μην προκαλεί. Και έφυγες με ψηλά το κεφάλι, γιατί ήσουν πια σίγουρος ότι τα αγόρια σου δεν είναι γκέι. Μεγάλη υπόθεση!

Μετά όμως δεν ήταν πια μικρά παιδιά. Και δεν είχες απέναντι έναν κακομοίρη σερβιτόρο, μια κακομαθημένη άτεκνη, ένα μυξιάρικο στο πάρκο, μια ξινή δασκάλα, έναν ανίσχυρο διευθυντή, ένα ανήλικο κορίτσι. Είχες τον νόμο. Κι αν εσύ τους έμαθες ότι νόμοι δεν υπάρχουν, είσαι ο μόνος ένοχος.

Αυτά τα γράμματα, δεν μ’ αρέσει να τα διαβάζω. Δεν συμπαθώ τον θυμωμένο εαυτό μου. Θα προτιμούσα να μπορώ να σε συγχωρώ που δεν ξέρεις τί κάνεις. Όμως δεν μπορώ να μην το παίρνω προσωπικά, όταν σε βλέπω να φτιάχνεις έναν κόσμο με τους δικούς σου όρους, χωρίς να σε νοιάζει ποιον κόσμο παλεύω εγώ να φτιάξω. Αυτόν που έχω τάξει στα δικά μου παιδιά κι εσύ συνεχώς με βγάζεις ψεύτρα.

Θυμώνω, επειδή το παιδί σου το πήρα στα χέρια μου, τότε που όλα μπορούσαν να αλλάξουν. Και το έβλεπα να χάνει τον δρόμο του, μέρα με την μέρα. Και έκανα τα πάντα για να σώσω την αθωότητά του, μα οι προσπάθειες μου έπεφταν στον δικό σου τοίχο.

Μην αναρωτηθείς «γιατί», λοιπόν. Μην ζητήσεις τα ρέστα. Είχες φορέσει χειροπέδες στο παιδί σου, πολύ πριν το κάνουν αυτοί.”

Τα πιο σημαντικά