Η διάλεκτος του στρατιώτη.
Εμπλοκή: Σε πιο απλά λόγια, σκοπιές κάθε μέρα κι έξοδος μια φορά το μήνα, ή για δύο ώρες με υπηρεσιακό
Φίδιασμα-Φιδιάζω: Συνώνυμo του λαϊκού “λούφα-λουφάρω”. Βρίσκομαι κάπου απόμερα- Εν υπηρεσία: για να μη με βρουν να κάθομαι’ Εκτός υπηρεσίας: για να αποφύγω τυχόν χώσιμο, μπιφτέκικλπ.
Το Ψάρι/O Ψαράς: Φαντάρος/Στρατιωτικός ο οποίος είναι νέος στο περιβάλλον, αγχωμένος για την εικόνα του στους ανώτερούς του ή συμπεριφέρεται έτσι κι ας είναι λίγο παλαιότερος.(Αντίθετο: “Παλαίουρας”)
Σειρά: Φουρνιά παρουσίασης στο στρατό. Αντιστοιχεί σε ένα νούμερο το οποίο αυξάνεται κάθε 3μηνο. Η τελευταία σειρά που έχει παρουσιαστεί (εως σήμερα) είναι η 300. Όταν 2 φαντάροι παρουσιάστηκαν την ίδια περίοδο, λέμε ότι είναι σειρά.
«Σειρά!»: Εκφώνηση προσώπου του οποίου δεν γνωρίζεις το όνομα.
Τα είδα όλα κωλυόμενα: Τα βρήκα δύσκολα (συνήθως αφορά τις πολλές υπηρεσίες)
Γκοτζίλα: Κρέας αδιευκρινίστου προελεύσεως, συσκευασμένο και κατεψυγμένο. Επιστήμονες το κατατάσσουν στην παλαιολιθική εποχή. Και ναι, ήρθε η ώρα να μαγειρευτεί!
Το χυμείο: Ο… χύμα φαντάρος ή στρατόπεδο.
Η Καναδέζα: Το φορτηγό όχημα στρατιωτικής χρήσης τύπου Μ715
Καραβανάς: Ο μόνιμος βαθμοφόρος του στρατεύματος.
Το γερμανικό: Η σκοπιά 2-4 τα ξημερώματα
Γαμωσείρης, ο: Αυτός που “χώνει” άτομα της σειράς του. (πχ. σε καθαριότητες, τρώει μπιφτέκι του κλπ.)
Προβλεπέ: Προέρχεται εκ του προβλεπόμενος. Αντιστοιχεί σε ξύρισμα ανά “5λεπτο”, εκτυφλωτικό γυάλισμα αρβύλων επί 24ώρου κλπ.
Άκυρο!: Χρησιμοποιείται ως ακυρωτικό της πρότασης που προηγήθηκε. Συναντάται ως φαγώσιμο: «Φάε το άκυρο!», Αλλά και ως ορεκτικό: «Τσίμπα ένα άκυρο!»
Μαύρο: Προσδιορισμός στρατοπέδου -συνήθως-, όπου όλα είναι προβλεπέ.
Απολελέ: …και τρελελέ! Έκφραση που χρησιμοποιούν οι φαντάροι και απολύονται
Τέντα-Τέντωμα: Βλ. προβλεπέ
Καλλιόπη: Οι τουαλέτες του στρατοπέδου
Ασημί: Δηλαδή Α.Σ.Μ. (Αριθμός Στρατολογικού Μητρώου). Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει κοινή καταγωγή
José: Χώσιμο, αγγαρεία στη στρατιωτική αργκό.
Σκοπάνθρωπος: Φαντάρος ειδικευμένος σε σκοπιές και μπιφτέκια! Κολλάει και ένσημα και προβλέπεται να βγει στη σύνταξη πριν την απόλυσή του!
Λ.Ε.Λ.Ε.: Κατάσταση φαντάρου κατά την οποία νιώθει τους μήνες που έχει περάσει να τον βαραίνουν. Πλησιάζει στην απόλυσή του και γενικά δεν την παλεύει. Προέρχεται από τα αρχικά του: “Λήξη Ενός Λανθασμένου Έτους”.
Ροζαλία: Χαρτί απόλυσης
Φ: Συντομολογία του ‘‘Φυλακή’’
Αγγαρεία: Άοπλη υπηρεσία. Λάντζα, μάπα (σκουπ.-σφουγγ.), γόπing, κουβάλημα κλπ.
Γόπινγκ: Η συλλογή των αποτσίγαρων από το έδαφος
Απαλλαγή: Η επόμενη σειρά των φαντάρων που μπαίνει στο στρατόπεδο
Βύσμα: Ή αλλιώς… μέσον
Μονάρβυλος: Αυτός που κάνει θητεία μικρότερη από 12μηνο (3,6,9). Κι αυτό διότι τους δίνεται 1 ζευγάρι άρβυλα αντί για 2, όταν παρουσιάζονται. Χρησιμοποιείται ως πείραγμα.
Π@υστ# με Κινέζο: Το κοτόπουλο με ρύζι
Ντι Τζέι: Αυτός που πλένει τους δίσκους στα μαγειρεία
Αγγαρειομάχος: Πιστός και φιλότιμος στρατιώτης. Μάχεται υπέρ της πατρίδος μέχρι τελευταίας ρανίδας του ιδρώτα του και ανήκει στο ίδιο ταμείο ασφάλισης με τον σκοπάνθρωπο.
Σειρά Απολύσεως: “Φουρνιά” η οποία είναι η επόμενη που απολύεται. Βρίσκεται δηλαδή στο τελευταίο 3μηνό της.
Μπιφτέκι: Υπηρεσία την οποία ο κάτοχός της για κάποιο λόγο (ασθένεια, απουσία κλπ.) αδυνατούσε να εκτελέσει και κάποιος πρέπει να τον αντικαταστήσει. And the μπιφτέκι goes to… Συναντάται και ως “κούμπωμα”.
Μπιφτέκι γεμιστό: Υπηρεσία-Μπιφτέκι στην Πύλη!
Γκάου σντούμπ μπίου ντούπ ή απλα γκάου: ο ευειδής φαντάρος, ο ανόητος, ο βλάκας, αυτος που κανει γκάφες.
Τάκος: Η αναφορά πχ το πρωι στον τάκο δηλαδη εισαι αναφερόμενος στον πρωινο προσκλητήριο (συνήθως για τιμωρία ή υποβολή αιτήματος)
Το πλοίο της αγάπης: το απορριματοφόρο η σκουπιδιάρα
Πιλάφι: ο μόνιμος υπαξιωματικός
Αλφαμίτης: ο εκτελών υπηρεσία Α.Μ δηλαδη Αστυνομία Μονάδος στην πύλη του στρατοπέδου
Καρακόλι: ο Στρατονόμος
Τουα: τιμητική άδεια
Πουστόνεο: O καινουργιος φανταρος ή αυτος που ειναι καινουργιος σε ενα στρατοπεδο
Σωβέ και προδέρμ: Σωματική βελτίωση και πούδρα (proderm) για όσους συνγκαίγονταν
Στεπ: Το ιατρείο στο στρατόπεδο.
Εβδομάδα αγάπης: Η εβδομάδα Προσαρμογής.
Εβδομάδα αράπης: Η επόμενη εβδομάδα μετά την εβδομάδα προσαρμογής.
Σινούκ: Αναποδογύρισμα στρώματως. (καψόνι σε νέους)
Γιοτόμπαλο ή Γιοτάς: ο φαντάρος που είτε είναι άοπλος η είτε είναι ανίκανος.
Σκοπέτο: Η σκοπία
“Δεν με ποιάνει”: Έκφραση φαντάρου που απολύετε και δεν κάνει αγγαρίες και υπηρεσίες.
Καψιμι: Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδας.
ΑΥΔΜ: Αξιοματικός Υπηρεσίας διανηκτερευσεως μονάδως.
Δουτουα: Δυναμη ταχείας αντίδρασης.
Ταε κβον ντο: Η διάσχιση δύσβατου εδάφους με αγκάθια, θάμνους και πουρνάρι.
Βέλαγμα ή βελάζω: Οταν ο φαντάρος έχει κουραστεί απο υπηρεσίες κλπ.
‘Επηξα ή “θα Πήξεις: Το ίδιο με το πάνω.
Επιλοχάδικο: Το γραφείο του επιλοχία.
Ping Pong: Καψόνι σε φαντάρο που τον στέλνουν με έρπηση ο ένας στον άλλον.
Ζωάρα: Η καλή ζωή στο στρατόπεδο χωρίς πολλές υπηρεσίες και αγγαρίες.
Τούρκος: Το πάνω πάνω κουμπί στο χιτώνιο.
Ανθύπας: Ο Ανθυπασπιστής.
Δίκας: Ο διοικητής του στρατοπέδου.
Μαυροσκούφης: Φαντάρος τεθωρακισμένων.
Νεκροτάμπελο: Η ταμπλέτα (κολίε) που αναγράφει τα στοιχεία του φαντάρου.
Νεοπαρντ: ο καινούργιος στους τεθωρακισμενους (από το άρμα λεοπαρντ)
Γεμίσαμε μύγες: Όταν έρχονται νεοι επειδή μυρίζουν ψαριλα και καπακι που πέταγε ο παλιός και λέει δεν ειναι “μύγες είναι λιγες” (οι μέρες απόλυσης)
Παρταλι: O φαντάρος που είναι χυμα στο κύμα
ΣΕΞ= ΣΤΕΡΙΣΗ ΕΞΟΔΟΥ
ΤΣΟΚΟΦΑΝΤΑΡΟ = ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΜΕ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΠΟΘ ΚΑΘΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΕ ΜΙΑ ΓΩΝΙΑ ΚΑΙ ΠΙΝΕΙ ΜΙΛΚΟ ΑΠΤΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ ( ΤΣΟΚΟ=ΣΟΚΟΛΑΤΟΥΧΟ)
ΤΑΨΙΑΡΧΟΣ = ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΠΟΥ ΦΟΡΑΕΙ ΤΟΝ ΜΠΕΡΕ ΣΑΝ ΤΑΨΙ
ΠΙΣΙΝΑ = ΠΡΟΑΥΛΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΠΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΑΙ ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΗΣΕΙΣ ΑΛΛΑ ΜΟΝΟ ΤΡΕΞΕΙΣ
ΛΟΥΗ=ΛΟΧΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
ΒΓΕΣ ΣΤΗ ΣΕΝΤΡΑ= ΒΓΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ
Ι.Κ. ΕΥΤΥΧΙΑ=Ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΓΙΩΤΑΣ
ΜΠΟΜΠ=Η ΟΜΕΛΕΤΑ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΣΦΟΥΓΓΑΡΙ
CHINOOK(ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΟ)=ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΑΛΙΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΚΑΨΟΝΑΡΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ”ΨΑΡΑΚΛΑ” ΠΕΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥ ΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΟΥΒΕΡΤΕΣ ΚΑΤΩ
JUKE BOX=ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΜΠΑΙΝΕ ΣΤΟ ΦΟΡΙΑΜΟ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑΓΕ(ΚΑΛΟ ΚΑΨΟΝΙ)
ΔΕΚΑΝΕΑΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ=ΟΤΑΝ Ο ΔΕΚΑΝΕΑΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙΡΟ ΜΕΣΑ ΧΩΡΙΣ ΕΞΟΔΟ
ΠΥΛΕΤΟ=ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΥΛΗ