της Θένιας Παφραλίδου
Όπως έγραψε και ο γνωστός ποιητής του 12ου αιώνα, Judah Halevi , «Είναι φοβερό πράγμα να αγαπάς αυτό που ο θάνατος μπορεί να αγγίξει.»
Έχοντας χάσει τη γιαγιά μου πρόσφατα, μπορώ να εγγυηθώ πως ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου δεν είναι από τα πιο εύκολα πράγματα που θα χρειαστεί να διαχειριστείς στη ζωή σου. Είναι σοκαριστικό, προκαλεί τρομερή σύγχυση και αβάσταχτο πόνο… και καμία παρήγορη κουβέντα, κανένα άγγιγμα συμπαράστασης δεν μπορεί να πάρει τον πόνο σου μακριά.
Όμως, όπως αποδεικνύεται από την παρακάτω ιστορία, η ζωή είναι γεμάτη με όμορφα μυστήρια. Συχνά μια απώλεια μπορεί να φέρει κάτι καινούριο στη ζωή μας, και το μόνο που χρειάζεται είναι να είμαστε πρόθυμοι να το δεχτούμε και να το αγκαλιάσουμε.
Στην παρακάτω συγκινητική ιστορία, μια κόρη χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της όταν η μητέρα της πεθαίνει. Όμως όταν ένας άγνωστος κατά λάθος εισβάλει στη ζωή της, καταλαβαίνει πως ο πόνος μπορεί έτσι απλά να γίνει χαρά και πως η τραγωδία είναι ένα βήμα μακριά από την κωμωδία και το ρομάντζο.
Τι πιστεύετε για την ιστορία αυτής της γυναίκας; Έχετε ζήσει κάτι παρόμοιο; Περιμένουμε τα σχόλια σας!
Παρακαλούμε κοινοποιήστε αν αυτή η ιστορία άγγιξε τις καρδιές σας!
«Μέσα στον πόνο της απώλειας που βίωνα, δεν είχα προσέξει πόσο σκληρό ήταν το στασίδι που καθόμουν. Ήμουν στην κηδεία της καλύτερης μου φίλης, της μητέρας μου. Μετά από πολλές προσπάθειες έχασε τη μάχη με τον καρκίνο. Ο πόνος ήταν τόσο έντονος, που δυσκολευόμουν να αναπνεύσω κάποιες στιγμές.»
«Με υποστήριζε πάντα, ήταν εκεί και με χειροκροτούσε πιο δυνατά από όλους στις σχολικές παραστάσεις, κρατούσε ένα κουτί χαρτομάντιλα καθώς άκουγε την πρώτη μου ερωτική απογοήτευση, με στήριξε όσο κανείς όταν έχασα τον πατέρα μου, με ενθάρρυνε στο κολέγιο και προσευχόταν για μένα μια ολόκληρη ζωή.»
«Όταν διαγνώστηκε η ασθένεια της μητέρας μου, η αδερφή μου είχε αποκτήσει νέο παιδάκι και ο αδερφός μου είχε παντρευτεί τον παιδικό του έρωτα, οπότε έλαχε σε μένα, το 27 ετών μεσαίο παιδί χωρίς υποχρεώσεις, να φροντίσω τη μητέρα μας. Ένιωσα πως ήταν τιμή μου.
“Και τώρα τι;” αναρωτήθηκα ενώ καθόμουν στην εκκλησία. Η ζωή εκτείνεται μπροστά μου σαν μια άδεια άβυσσος. Ο αδερφός μου κάθεται στωικά με το κεφάλι προς το σταυρό ενώ κρατάει σφιχτά το χέρι της γυναίκας του. Η αδερφή μου έχει γείρει στον ώμο του άνδρα της, και τα χέρια της έχουν τυλίξει το μπράτσο του.
Ήταν όλοι τόσο βαθιά συντετριμμένοι, που κανείς τους δεν πρόσεξε πως καθόμουν μόνη μου. Η θέση μου ήταν δίπλα στη μητέρα μου, να ετοιμάζω τα γεύματα της, να την βοηθάω να περπατήσει, να την πηγαίνω στο γιατρό, να φροντίζω για τα φάρμακά της. Και τώρα έφυγε. Η δουλειά μου τελείωσε και είμαι πλέον μόνη.»
«Άκουσα την πόρτα να ανοίγει και να κλείνει βροντερά στο πίσω μέρος της εκκλησίας. Γρήγορα βήματα ακούγονταν στο στρωμένο με μοκέτα πάτωμα. Ένας εξοργισμένος νεαρός άνδρας κοίταξε τριγύρω για λίγο και έπειτα ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Δίπλωσε τα χέρια του και τα τύλιξε στα πόδια του. Τα μάτια του ήταν γεμάτα δάκρυα. Και τότε είπε “Άργησα”, θέλοντας να απολογηθεί ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν αναγκαίο.
Μετά από αρκετά εγκώμια, έσκυψε προς το μέρος μου και σχολίασε, “Μα γιατί αποκαλούν την Mary, Margaret?”
“Επειδή αυτό ήταν το όνομά της, Margaret. Ποτέ δεν ήταν Mary. Κανείς δεν την αποκαλούσε Mary,” του ψιθύρισα.
Αναρωτήθηκα γιατί αυτός ο άνθρωπος δεν πήγε να καθίσει στην άλλη πλευρά της εκκλησίας. Διέκοπτε το πένθος μου με τα δάκρυα και την νευρικότητά του. Και στην τελική, ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος;»
« “Μα όχι αυτό δεν είναι σωστό,” επέμεινε, καθώς αρκετοί άνθρωποι γύρισαν και μας κοίταξαν ψιθυρίζοντας. “Το όνομα της είναι Mary… Mary Peters. Αυτή δεν είναι; Εδώ δεν είναι η Λουθηρανική εκκλησία;”
“ Όχι, η Λουθηρανική εκκλησία είναι στην απέναντι πλευρά του δρόμου, πιστεύω πως βρίσκετε σε λάθος κηδεία, κύριε!”
Το βαρύ κλίμα της περίστασης σε συνδυασμό με το λάθος του άνδρα αυτού, έκαναν μια περίεργη μίξη μέσα μου που τελικά βγήκε σε γέλια. Έβαλα τα χέρια πάνω στο πρόσωπό μου σε μια προσπάθεια να ερμηνευτεί ως λυγμός. Το τρίξιμο του στασιδιού όμως με πρόδωσε και τα άγρια βλέμματα των υπόλοιπων πενθούντων έκαναν την κατάσταση να φαίνεται ακόμη πιο ξεκαρδιστική.
Γύρισα και κοίταξα τον σαστισμένο άγνωστο άνδρα που καθόταν δίπλα μου. Γελούσε και αυτός, καθώς κοίταζε τριγύρω καταλαβαίνοντας πως ήταν πολύ αργά για μια ομαλή έξοδο. Φαντάστηκα τη μητέρα μου να γελάει. Με το τελικό “Αμήν”, βγήκαμε έξω στο πάρκινγκ τρέχοντας. “Πιστεύω πως θα είμαστε το νούμερο ένα θέμα σχολιασμού της πόλης,” γέλασε.»
«Μου είπε πως το όνομά του ήταν Rick και μιας κι έχασε την κηδεία της θείας του, μου ζήτησε να πάμε για έναν καφέ. Εκείνο το απόγευμα ξεκίνησε ένα ταξίδι ζωής για μένα και εκείνον τον άνδρα που ήρθε στη λάθος κηδεία… αλλά στο σωστό μέρος.
Ένα χρόνο μετά τη συνάντησή μας, παντρευτήκαμε στην εκκλησία που ήταν βοηθός πάστορα. Αυτή τη φορά και οι δυο πήγαμε στη σωστή εκκλησία, στην ώρα μας.»
«Τη στιγμή που βίωνα το μεγαλύτερο πόνο της ζωής μου, μου χάρισε το γέλιο. Και η μοναξιά μου, μετατράπηκε σε αγάπη. Αυτό τον Ιούνιο γιορτάζουμε την 22η επέτειο μας.
Όποτε κάποιος μας ρωτάει πως γνωριστήκαμε, αυτός απαντά, “Η μητέρα της και η θεία μου η Mary μας σύστησαν, και είναι ένα ταίριασμα φτιαγμένο στον παράδεισο.”»
Είναι πραγματικά από τις πιο όμορφες ιστορίες που έχουμε ακούσει, παρακαλούμε κοινοποιήστε την!